Ο όρος "wafer ash" είναι ουσιαστικό.
/wɑːfər æʃ/
Η λέξη "wafer ash" αναφέρεται σε μια ειδική μορφή στάχτης που παράγεται από την καύση wafers, τα λεπτά φύλλα υλικών που χρησιμοποιούνται συχνά στην παραγωγή ηλεκτρονικών κυκλωμάτων, τροφίμων ή άλλων προϊόντων. Οι wafers είναι συνήθως φτιαγμένες από σιλικόνη και άλλα υλικά. Στην περίπτωση του φαγητού, μπορεί να αναφέρεται σε υπόλοιπα από είδη τροφίμων που καταναλώθηκαν και μετατράπηκαν σε στάχτη.
Η χρήση του όρου "wafer ash" δεν είναι συχνή και δεν βρίσκεται σε συνηθισμένα συνομιλίες, αλλά μπορεί να χρησιμοποιείται σε ειδικές βιομηχανίες όπως η επεξεργασία τροφίμων ή η παραγωγή ηλεκτρονικών. Συνήθως ενδέχεται να συναντάται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο.
Το εργοστάσιο παράγει στάχτη από wafer ως υποπροϊόν της παραγωγικής διαδικασίας.
The environmental impact of wafer ash disposal is a concern for many companies.
Η φράση "wafer ash" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, θα μπορούσαμε να αναφέρουμε μερικές γενικές προτάσεις που περιλαμβάνουν ουσιαστικά που παράγουν στάχτη ή υποπροϊόντα.
Οι συνέπειες της φωτιάς άφησαν μια πυκνή στρώση στάχτης, θυμίζοντας μας τις δομές που ήταν παρόμοιες με wafers που κάποτε υπήρχαν.
After the experiment, the wafer's ash was carefully collected for analysis.
Η λέξη "wafer" προέρχεται από τη μεσαιωνική γαλλική λέξη "wafre", που αναφέρεται σε ένα λεπτό φύλλο ή κέικ. Η λέξη "ash" προέρχεται από την αρχαία αγγλική λέξη "æsc", που σημαίνει στάχτη ή υπόλειμμα μετά από καύση.
υπολείμματα (residue)
Αντώνυμα:
Αν και ο όρος "wafer ash" δεν είναι συνηθισμένος και δεν έχει πλούσιο λεξιλόγιο που σχετίζεται με ιδιωματικές εκφράσεις, η λέξη "wafer" από μόνη της μπορεί να βρει χρήση σε πολλές εκφράσεις και τομείς, καθιστώντας την ενδιαφέρον και χρήσιμη στη συγκεκριμένη γλώσσα.