wain - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

wain (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Wain είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/weɪn/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη wain αναφέρεται κυρίως σε ένα τύπο αμαξιού που χρησιμοποιείται μεταφορικά για τη μεταφορά αγαθών, συχνά κατά τη διάρκεια της γεωργικής εργασίας. Είναι μια παλαιότερη λέξη που χρησιμοποιείται σπάνια σήμερα, ωστόσο διατηρεί την ιστορική της αξία. Στη σύγχρονη χρήση κοντά σε νομικά ή λογοτεχνικά κείμενα, μπορεί να αναφέρεται σε παραδοσιακά αμαξάκια ή σε πολιτιστικά πλαίσια. Η χρήση της είναι πιο συχνή στο γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα

  1. The farmer loaded the wain with hay.
  2. Ο αγρότης φόρτωσε την καρότσα με χόρτο.

  3. In ancient times, a wain was essential for transporting goods.

  4. Σε αρχαίους καιρούς, ένα αμάξι ήταν απαραίτητο για τη μεταφορά αγαθών.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη «wain» δεν είναι ιδιαίτερα κοινή σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, παρακάτω παρατίθενται κάποιες φράσεις και παραδείγματα.

  1. Brought home in the wain.
  2. Φέρνω στο σπίτι με το αμάξι.
  3. «The goods were brought home in the wain after the market day.»
  4. «Τα αγαθά φέρθηκαν στο σπίτι με το αμάξι μετά την ημέρα της αγοράς.»

  5. With a heavy heart, he loaded the wain.

  6. Με βαρύ καρδιά, φόρτωσε την καρότσα.
  7. «With a heavy heart, he loaded the wain for the last time.»
  8. «Με βαρύ καρδιά, φόρτωσε την καρότσα για τελευταία φορά.»

Ετυμολογία

Η λέξη «wain» προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη "waegan," που σημαίνει "να μεταφέρω" και έχει τις ρίζες της σε γερμανικές γλώσσες. Συνδέεται επίσης με τη γερμανική λέξη "wagen" και την ολλανδική "wagen," που έχουν παρόμοια σημασία.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Cart - Vehicle - Wagon

Αντώνυμα: - None (Η λέξη είναι συγκεκριμένη και δεν έχει άμεσα αντώνυμα στο σύγχρονο λεξιλόγιο.)



25-07-2024