wake - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

wake (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα

Φωνητική μετα transcription

/wake/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "wake" σημαίνει να ξυπνήσεις από ύπνο ή να προκαλέσεις κάποιον να ξυπνήσει. Χρησιμοποιείται επίσης σε μεταφορικές έννοιες, όπως η αφύπνιση ή η αφύπνιση συνειδητοποίησης σχετικά με ένα ζήτημα ή γεγονός. Στην αγγλική γλώσσα, η λέξη "wake" χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά συναντάται πιο συχνά σε καθημερινές συζητήσεις.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. I need to wake up early tomorrow for work.
  2. Πρέπει να ξυπνήσω νωρίς αύριο για δουλειά.

  3. She tried to wake him, but he wouldn't stir.

  4. Προσπάθησε να τον ξυπνήσει, αλλά δεν κουνήθηκε.

  5. The loud noise outside will wake the whole neighborhood.

  6. Ο δυνατός θόρυβος έξω θα ξυπνήσει όλη τη γειτονιά.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "wake" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν μερικές από αυτές:

  1. wake up and smell the coffee
  2. Meaning: Αντιληφθείτε την πραγματικότητα ή μια κατάσταση.
  3. Παραδείγματική πρόταση: You’ve been living in a fantasy; it’s time to wake up and smell the coffee.

    • Έχεις ζήσει σε φαντασία; Είναι καιρός να αντιληφθείς την πραγματικότητα.
  4. to wake the dead

  5. Meaning: Κάτι πολύ δυνατό ή ενοχλητικό που θα μπορούσε να ξυπνήσει ακόμα και αυτούς που κοιμούνται βαριά.
  6. Παραδείγματική πρόταση: The noise from the construction site could wake the dead.

    • Ο θόρυβος από το εργοτάξιο θα μπορούσε να ξυπνήσει ακόμα και τους πιο βαρείς κοιμισμένους.
  7. to wake up on the wrong side of the bed

  8. Meaning: Να είσαι κακής διάθεσης ή να έχεις κακή ημέρα χωρίς προφανή λόγο.
  9. Παραδείγματική πρόταση: He must have woken up on the wrong side of the bed; he’s so grumpy today.
    • Πρέπει να ξύπνησε με άσχημη διάθεση σήμερα γιατί είναι πολύ γκρινιάρης.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "wake" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική λέξη "wacan," που σημαίνει "να είναι ξύπνιος" ή "να αφυπνίζεται". Ανήκει σε μια σειρά γλωσσών, με παρόμοιες ρίζες σε πολλές γερμανικές γλώσσες.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα



25-07-2024