"Wake turbulence" είναι μια φράση, η οποία λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/wake ˈtɜːb.jə.ləns/
Η "wake turbulence" αναφέρεται σε ανεμοστρόβιλους και άλλες μορφές αναταραχής που δημιουργούνται πίσω από την κίνηση ενός αεροσκάφους, κυρίως λόγω του όγκου και της ταχύτητας του αέρα που διαταράσσεται από τα φτερά του αεροσκάφους. Αυτή η αναταραχή είναι σημαντική για την ασφάλεια της αεροπλοΐας, καθώς μπορεί να επηρεάσει άλλα αεροσκάφη που πετούν κοντά.
Χρησιμοποίηση στη γλώσσα Αγγλικά: Χρησιμοποιείται συχνά στον τομέα της αεροπορίας και της αεροπορικής ασφάλειας. Είναι πιο συχνή στον γραπτό λόγο, ιδίως σε τεχνικά κείμενα και εγχειρίδια.
The aircraft had to maintain a safe distance to avoid wake turbulence.
Το αεροσκάφος έπρεπε να διατηρήσει ασφαλή απόσταση για να αποφύγει την αναταραχή πίσω από άλλα αεροπλάνα.
Pilots are trained to recognize and manage wake turbulence during landing.
Οι πιλότοι εκπαιδεύονται να αναγνωρίζουν και να διαχειρίζονται την αναταραχή πίσω από αεροπλάνα κατά την προσγείωση.
Η "wake turbulence" δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να σχηματίσει φράσεις σχετικά με την αεροπορία:
Avoiding wake turbulence is crucial for safe takeoffs.
Η αποφυγή της αναταραχής πίσω από αεροσκάφη είναι κρίσιμη για ασφαλείς απογειώσεις.
The air traffic controller warned the pilot about potential wake turbulence from the large jet ahead.
Ο ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας προειδοποίησε τον πιλότο για πιθανή αναταραχή πίσω από το μεγάλο τζετ μπροστά.
Flight training includes lessons on how to handle wake turbulence.
Η εκπαίδευση πτήσης περιλαμβάνει μαθήματα για το πώς να διαχειρίζεσαι την αναταραχή πίσω από αεροπλάνα.
Η λέξη "wake" προέρχεται από την παλαιά αγγλική "wacan," που σημαίνει "να είναι ξύπνιος" ή "να κινείται." Η λέξη "turbulence" προέρχεται από τη λατινική "turbulentus," που σημαίνει "ταραγμένος" ή "αναταραγμένος."
Συνώνυμα: - Air turbulence (ατμοσφαιρική αναταραχή) - Jet wash (αναταραχή από τα αέρια καύσης)
Αντώνυμα: - Smooth air (ομαλός αέρας) - Calm conditions (ήρεμες συνθήκες)