Ουσιαστικό
/wɔːtər ˈbɪskɪt/
Το "water-biscuit" αναφέρεται σε ένα είδος ελαφρού μπισκότου ή κράκερ, που είναι συνήθως φτιαγμένο με πολύ λίγο συστατικό πέρα από το νερό, αλεύρι και λίγο αλάτι. Είναι συχνά απλό και χωρίς γεύση, χρησιμοποιείται ως βάση για τυριά ή άλλες αλμυρές ή γλυκές επιλογές. Στη γλώσσα των Αγγλικών, αυτός ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως σε γαστρονομικά πλαίσια και είναι πιο συχνός σε γραπτά κείμενα, όπως συνταγές ή περιγραφές τροφίμων.
She served the water-biscuit with a selection of cheeses.
Σερβίρισε το μπισκότο νερού με μια επιλογή από τυριά.
Water-biscuits are a popular snack at parties.
Τα μπισκότα νερού είναι ένα δημοφιλές σνακ σε πάρτι.
I enjoy having water-biscuits with my soup.
Μου αρέσει να τρώω μπισκότα νερού με τη σούπα μου.
Η λέξη "water-biscuit" δεν εμφανίζεται ιδιαίτερα συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες εκφράσεις που σχετίζονται με το φαγητό ή την γευστική εμπειρία.
"He thought his gourmet dish was exquisite, but it was just a water-biscuit."
Νόμιζε ότι το γκουρμέ πιάτο του ήταν εξαιρετικό, αλλά ήταν απλά ένα μπισκότο νερού.
"After a heavy meal, a simple water-biscuit was all I could handle."
Μετά από ένα βαρύ γεύμα, μόνο ένα απλό μπισκότο νερού μπορούσα να αντέξω.
"Pairing water-biscuits with wine can elevate a simple gathering."
Ο συνδυασμός μπισκότων νερού με κρασί μπορεί να αναδείξει μια απλή συγκέντρωση.
Ο όρος "water-biscuit" προέρχεται από τις λέξεις "water" (νερό) και "biscuit" (μπισκότο), που σημαίνει ότι τα βασικά συστατικά του είναι νερό και αλεύρι. Η χρήση του χαρακτηρίζεται από την απλότητα και την βασική του σύνθεση, που τα καθιστούν δημοφιλή επιλογή κατά την παρασκευή σνακ.
Συνώνυμα - Cracker - Thin biscuit
Αντώνυμα - Cake - Rich cookie