Ο όρος "water-retaining capacity" είναι φράση που λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/wɔːtər rɪˈteɪnɪŋ kəˈpæsɪti/
Η "water-retaining capacity" αναφέρεται στην ικανότητα ενός υλικού ή ενός εδάφους να συγκρατεί νερό. Αυτή η ικανότητα είναι ιδιαίτερα σημαντική σε γεωργικές εφαρμογές, καθώς επηρεάζει τη διαθεσιμότητα νερού για τα φυτά. Η συχνότητα χρήσης είναι υψηλή σε γεωργικές και επιστημονικές συζητήσεις, και χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.
Η ικανότητα διατήρησης νερού του εδάφους επηρεάζει το πόσο καλά μπορούν να αναπτυχθούν οι καλλιέργειες κατά τη διάρκεια ξηρών εποχών.
Researchers are studying the water-retaining capacity of different types of mulch.
Οι ερευνητές μελετούν την ικανότητα διατήρησης νερού διαφορετικών τύπων Mulch.
Improving the water-retaining capacity of garden soil can lead to healthier plants.
Ο όρος "water-retaining capacity" δεν χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις που είναι γνώριμες, αλλά η έννοιά του μπορεί να έχει σκεπτικά και σε σχετικές φράσεις. Ωστόσο, εδώ είναι μερικά παραδείγματα φράσεων που σχετίζονται με την ικανότητα διατήρησης νερού:
Η ικανότητα διατήρησης νερού του περιβάλλοντος είναι κρίσιμη για τη βιώσιμη γεωργία.
With good water-retaining capacity, the plants thrived even in drought conditions.
Με καλή ικανότητα διατήρησης νερού, τα φυτά ευδοκίμησαν ακόμα και σε συνθήκες ξηρασίας.
Increasing the water-retaining capacity of the landscape can help mitigate flooding.
Η αύξηση της ικανότητας διατήρησης νερού του τοπίου μπορεί να βοηθήσει στην μείωση των πλημμυρών.
Farmers are seeking ways to improve the water-retaining capacity of their fields.
Οι αγρότες αναζητούν τρόπους για να βελτιώσουν την ικανότητα διατήρησης νερού των χωραφιών τους.
Mulching can enhance the water-retaining capacity of garden beds.
Η φράση "water-retaining capacity" προέρχεται από τα αγγλικά: - Water: από τη παλαιά αγγλική λέξη "wæter". - Retaining: από το λατινικό "retinere", που σημαίνει "κρατώ πίσω". - Capacity: από το λατινικό "capacitas", που σημαίνει "ικανότητα, χωρητικότητα".
Συνώνυμα: - Water-holding capacity - Moisture retention
Αντώνυμα: - Water-repellent capacity - Water loss capacity