waterproof carton - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

waterproof carton (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

"Waterproof carton" είναι ένα υποκοριστικό ουσιαστικό που αναφέρεται σε ένα είδος κουτιού ή χαρτονιού που είναι ανθεκτικό στο νερό.

Φωνητική μεταγραφή

/wɔːtərpruf ˈkɑːrtən/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία

Waterproof carton αναφέρεται σε οποιοδήποτε είδος κουτιού ή χαρτονιού που έχει επεξεργαστεί ώστε να είναι ανθεκτικό στο νερό. Αυτού του είδους το χαρτονένιο υλικό χρησιμοποιείται συχνά για τη συσκευασία προϊόντων που απαιτούν προστασία από την υγρασία.

Χρήση στη γλώσσα Αγγλικά: Αυτή η έκφραση χρησιμοποιείται κυρίως σε εμπορικά και βιομηχανικά συμφραζόμενα, όπως στην αποστολή και αποθήκευση προϊόντων.

Συχνότητα χρήσης: Χρησιμοποιείται πιο συχνά στο γραπτό πλαίσιο, όπως σε περιγραφές προϊόντων ή οδηγίες συσκευασίας.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. We need to pack the electronics in a waterproof carton to prevent damage.
  2. Πρέπει να συσκευάσουμε την ηλεκτρονική συσκευή σε ένα αδιάβροχο χαρτόνι για να αποτρέψουμε ζημιές.

  3. The company specializes in producing waterproof cartons for food packaging.

  4. Η εταιρεία ειδικεύεται στην παραγωγή αδιάβροχων χαρτονιών για συσκευασία τροφίμων.

  5. They shipped the books in a waterproof carton to ensure they arrived in perfect condition.

  6. Έστειλαν τα βιβλία σε ένα αδιάβροχο χαρτόνι για να διασφαλίσουν ότι θα φτάσουν σε άψογη κατάσταση.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η έκφραση "waterproof carton" μπορεί να μην χρησιμοποιείται συνήθως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να σχηματίσει σχετικές εκφράσεις. Εδώ είναι μερικές προτάσεις:

  1. "He made sure the waterproof carton was sealed tight."
  2. "Φρόντισε το αδιάβροχο χαρτόνι να είναι σφραγισμένο καλά."

  3. "Using a waterproof carton is essential for shipping delicate items."

  4. "Η χρήση ενός αδιάβροχου χαρτονιού είναι απαραίτητη για την αποστολή ευαίσθητων αντικειμένων."

  5. "The waterproof carton kept the important documents safe from the rain."

  6. "Το αδιάβροχο χαρτόνι διατήρησε ασφαλή τα σημαντικά έγγραφα από τη βροχή."

  7. "For outdoor storage, a waterproof carton is a must."

  8. "Για αποθήκευση σε εξωτερικούς χώρους, ένα αδιάβροχο χαρτόνι είναι απαραίτητο."

  9. "The construction industry often relies on waterproof cartons for tools and materials."

  10. "Η βιομηχανία κατασκευών συχνά βασίζεται σε αδιάβροχα χαρτόνια για εργαλεία και υλικά."

  11. "In wet environments, a waterproof carton helps avoid moisture damage."

  12. "Σε υγρές συνθήκες, ένα αδιάβροχο χαρτόνι βοηθά να αποτραπεί η ζημία από υγρασία."

Ετυμολογία

Η λέξη "waterproof" προέρχεται από την αγγλική γλώσσα, συνδυάζοντας το "water" (νερό) και το "proof" (απόδειξη), που σημαίνει ότι είναι ανθεκτικό ή αδιάβροχο. Η λέξη "carton" προέρχεται από τη γαλλική λέξη "carton", που σημαίνει "χάρτινο κουτί".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Waterproof box - Water-resistant carton

Αντώνυμα: - Non-waterproof carton - Water-absorbent carton

Αυτή η ανάλυση παρέχει μια σφαιρική εικόνα του όρου "waterproof carton" και της σημασίας του στην αγγλική γλώσσα.



25-07-2024