weldable fitting - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

weldable fitting (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η φράση "weldable fitting" λειτουργεί ως επίθετο + ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

/wɛl.də.bəl ˈfɪt.ɪŋ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Το "weldable fitting" αναφέρεται σε ένα εξάρτημα ή κομμάτι υλικού που μπορεί να υποστεί διαδικασία συγκόλλησης. Χρησιμοποιείται κυρίως στη βιομηχανία κατασκευών και σωληνώσεων, επισημαίνοντας την ικανότητα του εξαρτήματος να ενωθεί με βάση ή άλλο υλικό μέσω συγκόλλησης. Στη γλώσσα των Αγγλικών, χρησιμοποιείται συχνά σε τεχνικά ή βιομηχανικά συμφραζόμενα. Η χρήση του είναι πιο κοινή σε γλωσσικά περιβάλλοντα που σχετίζονται με τεχνικές ή βιομηχανικές συνομιλίες, αν και μπορεί να εμφανιστεί και σε γραπτά κείμενα.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. The plumber recommended a weldable fitting for the pipe installation.
    Ο υδραυλικός πρότεινε ένα συγκολλήσιμο εξάρτημα για την εγκατάσταση του σωλήνα.

  2. Using a weldable fitting ensures a strong connection between the metal pieces.
    Η χρήση ενός συγκολλήσιμου εξαρτήματος εξασφαλίζει μια ισχυρή σύνδεση μεταξύ των μεταλλικών κομματιών.

  3. The welding process is essential for properly joining the weldable fittings together.
    Η διαδικασία συγκόλλησης είναι απαραίτητη για τη σωστή σύνδεση των συγκολλήσιμων εξαρτημάτων μεταξύ τους.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Αν και η φράση "weldable fitting" δεν είναι μέρος πολλών ιδιωματικών εκφράσεων, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένα συμφραζόμενα στον τομέα της κατασκευής και της μηχανικής. Ορισμένες εκφράσεις μπορεί να περιλαμβάνουν:

  1. "Seal the deal with a weldable fitting"
    Κλείσε την συμφωνία με ένα συγκολλήσιμο εξάρτημα.
    (Χρησιμοποιείται για να υποδηλώσει μια ισχυρή και μόνιμη σύνδεση.)

  2. "Make it stick with a weldable fitting"
    Κάνε το να κολλήσει με ένα συγκολλήσιμο εξάρτημα.
    (Χρησιμοποιείται για να εννοήσει τη σταθερότητα ή τη διάρκεια σε μια συνεργασία ή ένωση.)

  3. "A strong foundation starts with a weldable fitting"
    Μια ισχυρή βάση ξεκινά με ένα συγκολλήσιμο εξάρτημα.
    (Υποδηλώνει την ανάγκη για καλή βάση ή εξαρτήματα στην οικοδόμηση ενός έργου.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "weldable" προέρχεται από το ρήμα "weld" (συγκολλώ) με την προσθήκη του επιθέτου "-able", που σημαίνει "ικανός να". Η λέξη "fitting" προέρχεται από το ρήμα "fit" (ταιριάζω) και το "-ing", που υποδηλώνει την πράξη ή την κατάσταση.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Joinable fitting (συγκολλούμενο εξάρτημα) - Attachble fitting (συνδεδεμένο εξάρτημα)

Αντώνυμα:
- Non-weldable fitting (μη συγκολλήσιμο εξάρτημα) - Detached fitting (αποσυνδεδεμένο εξάρτημα)



25-07-2024