well acidizing - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

well acidizing (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του Λόγου

Το "well acidizing" είναι ένα ουσιαστικό σύνθετο (compound noun) που αναφέρεται σε μια διαδικασία χρησιμοποιούμενη στη βιομηχανία πετρελαίου και φυσικού αερίου.

Φωνητική Μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "well acidizing" είναι /wɛl ˈæsɪdaɪzɪŋ/.

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία

Η διαδικασία της "well acidizing" αναφέρεται στη χρήση οξέων για την καθαριότητα και τη βελτίωση της ροής υγρών σε γεωτρήσεις πετρελαίου ή φυσικού αερίου. Η διαδικασία αυτή εισάγει οξύ στις γεωτρήσεις για την αφαίρεση συσσωρευμένων υπολειμμάτων ή την ενίσχυση της παραγωγής.

Η χρήση της συγκεκριμένης έκφρασης είναι συχνή στη βιομηχανία και σε τεχνικά κείμενα που σχετίζονται με τη γεωλογία και την εξόρυξη. Είναι περισσότερο χρησιμοποιούμενη σε γραπτό πλαίσιο παρά προφορικά.

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. The process of well acidizing can significantly increase oil production.
  2. Η διαδικασία της οξίνισης γεωτρήσεων μπορεί να αυξήσει σημαντικά την παραγωγή πετρελαίου.

  3. Engineers often recommend well acidizing to improve flow rates.

  4. Οι μηχανικοί συχνά προτείνουν την οξίνιση γεωτρήσεων για την βελτίωση των ρυθμών ροής.

  5. Advances in technology have made well acidizing more efficient.

  6. Οι πρόοδοι στην τεχνολογία έχουν καταστήσει την οξίνιση γεωτρήσεων πιο αποδοτική.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Στο Άγγλο-αμερικανικό λεξιλόγιο της βιομηχανίας, η "well acidizing" χρησιμοποιείται κυρίως σε τεχνικές φράσεις. Παρακάτω παρατίθενται ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. "The well acidizing procedure requires careful planning."
  2. Η διαδικασία οξίνισης γεωτρήσεων απαιτεί προσεκτικό σχέδιο.

  3. "Successful well acidizing can lead to a production boom."

  4. Η επιτυχής οξίνιση γεωτρήσεων μπορεί να οδηγήσει σε έκρηξη παραγωγής.

  5. "They are conducting a well acidizing trial this month."

  6. Διενεργούν πειραματική οξίνιση γεωτρήσεων αυτόν τον μήνα.

  7. "After well acidizing, the reservoir showed improved recovery rates."

  8. Μετά την οξίνιση γεωτρήσεων, το αποθεματικό παρουσίασε βελτιωμένους ρυθμούς ανάκτησης.

  9. "Engineers are assessing the effects of previous well acidizing efforts."

  10. Οι μηχανικοί αξιολογούν τις επιδράσεις προηγουμένων προσπαθειών οξίνισης γεωτρήσεων.

Ετυμολογία

Η λέξη "acidizing" προέρχεται από το "acid", το οποίο έχει λατινικές ρίζες (acidus) και σημαίνει "όξινος", και την κατάληξη "-ing" που δηλώνει τη διαδικασία της ενεργητικής φωνής. Το "well" προέρχεται από τη Σαξονική γλώσσα που σημαίνει "γεώτρηση" ή "πηγή".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Acid stimulation - Acid treatment

Αντώνυμα: - Well cementing (γίνεται για να κλείσει μια γεώτρηση) - Well closure (κλείσιμο γεώτρησης)

Αυτή η αναλυτική προσέγγιση καλύπτει τον όρο "well acidizing" και τις σημαντικές πτυχές του όσον αφορά την έννοια και τη χρήση του στην αγγλική γλώσσα.



25-07-2024