well-adjusted - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

well-adjusted (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Επίθετο

Φωνητική μεταγραφή

/wɛl əˈdʒʌstɪd/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η φράση "well-adjusted" αναφέρεται σε ένα άτομο που έχει προσαρμοστεί με επιτυχία στις συνθήκες της ζωής του, δείχνει σταθερότητα και καλή ψυχική υγεία. Αυτά τα άτομα συνήθως είναι σε θέση να διαχειρίζονται τις προκλήσεις και να αλληλεπιδρούν αποτελεσματικά με τους άλλους. Χρησιμοποιείται κυρίως στο γραπτό λόγο και η συχνότητα χρήσης είναι αρκετά υψηλή στην ψυχολογία και κοινωνιολογία.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. She is a well-adjusted person who handles stress effectively.
    (Είναι ένα καλοπροσαρμοσμένο άτομο που διαχειρίζεται το άγχος αποτελεσματικά.)

  2. Well-adjusted children tend to perform better in school.
    (Τα καλά προσαρμοσμένα παιδιά τείνουν να αποδίδουν καλύτερα στο σχολείο.)

  3. After therapy, he became a more well-adjusted individual.
    (Μετά τη θεραπεία, έγινε ένα πιο καλοπροσαρμοσμένο άτομο.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

  1. To be well-adjusted to life
    "He is well-adjusted to life, managing both work and family seamlessly."
    (Είναι καλοπροσαρμοσμένος στη ζωή, διαχειρίζοντας αρμονικά τη δουλειά και την οικογένεια.)

  2. Well-adjusted social skills
    "Her well-adjusted social skills make her popular among her peers."
    (Οι καλοπροσαρμοσμένες κοινωνικές της δεξιότητες την κάνουν δημοφιλή στους συνομήλικούς της.)

  3. Well-adjusted personality
    "A well-adjusted personality can greatly contribute to workplace harmony."
    (Μια καλοπροσαρμοσμένη προσωπικότητα μπορεί να συνεισφέρει σημαντικά στην αρμονία του χώρου εργασίας.)

  4. Well-adjusted mindset
    "Developing a well-adjusted mindset is essential for mental health."
    (Η ανάπτυξη μιας καλοπροσαρμοσμένης νοοτροπίας είναι απαραίτητη για την ψυχική υγεία.)

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "well-adjusted" προέρχεται από το "well", που σημαίνει "καλά" και "adjusted", το οποίο είναι το παθητικό συμμετοχικό του ρήματος "adjust" (προσαρμόζω). Η σύνθεση υποδηλώνει ότι η προσαρμογή έχει γίνει με επιτυχία.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Well-balanced - Adaptable - Stable

Αντώνυμα: - Maladjusted - Unstable - Disordered



25-07-2024