Ο όρος "western chipmunk" (δυτικός σίμπακ) είναι ουσιαστικό.
/wɛstərn ˈtʃɪp.mʌŋk/
Ο δυτικός σίμπακ (Spermophilus lateralis) είναι ένα μικρό θηλαστικό που ανήκει στην οικογένεια των σκίουρων. Είναι γνωστό για τις ρίγες στα πλευρά του και τη συνήθειά του να συλλέγει και να αποθηκεύει τροφή. Αυτά τα ζώα συναντώνται κυρίως στη βόρεια Αμερική, και είναι γνωστά για τις δραστηριότητές τους κατά τη διάρκεια της ημέρας. Χρησιμοποιούνται συνήθως σε γραπτά και προφορικά κείμενα για να περιγράψουν τη φύση ή τη βιολογία.
Η αναφορά στον δυτικό σίμπακ είναι πιθανότερη σε περιβαλλοντικά και βιολογικά κείμενα, αλλά και σε προφορική ομιλία σχετικά με την άγρια ζωή. Χρησιμοποιείται λιγότερο σε καθημερινές συζητήσεις εκτός αν το θέμα είναι η φύση ή τα κατοικίδια ζώα.
Ο δυτικός σίμπακ είναι γνωστός για τις διακριτές ρίγες κατά μήκος του σώματός του.
In the morning, the western chipmunk forages for food in the underbrush.
Το πρωί, ο δυτικός σίμπακ συλλέγει τροφή από την πυκνή βλάστηση.
Children love to watch the western chipmunk as it scurries around the park.
Η λέξη "chipmunk" δεν είναι συνήθως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων στην αγγλική γλώσσα, ωστόσο, παρακάτω παρατίθενται μερικές προτάσεις που περιλαμβάνουν τη λέξη:
Ήταν τόσο απασχολημένη όσο ένας σίμπακ που μαζεύει καρύδια για το χειμώνα.
"His cheeks were stuffed like a chipmunk storing food."
Τα μάγουλά του ήταν γεμάτα σαν του σίμπακ που αποθηκεύει τροφή.
"Running around with energy like a chipmunk."
Ο όρος "chipmunk" προέρχεται από τη λέξη "chitmunk," που χρησιμοποιείται από τους ιθαγενείς Αμερικανούς και αναφέρεται σε αυτόν τον μικρό τρωκτικό. Η ρίζα της λέξης σημαίνει "να διακρίνω" ή "να αποθηκεύω", αναφερόμενη στη συνήθεια των σίμπακ να συλλέγουν και να αποθηκεύουν τρόφιμα.
Συνώνυμα: - Tchipmunk - Ground squirrel
Αντώνυμα: Δεν υπάρχουν άμεσα αντώνυμα καθώς ο όρος αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο είδος ζώου, αλλά μπορεί να αντιπαρατεθεί με άλλους τύπους σκίουρων ή τρωκτικών που δεν αποθηκεύουν τροφή.