White avens είναι ένα ουσιαστικό, χρησιμοποιούμενο για να αναφερθεί σε ένα συγκεκριμένο είδος φυτού.
/waɪt ˈeɪ.vənz/
White avens αναφέρεται σε ένα είδος φυτού που ανήκει στην οικογένεια Rosaceae και συνήθως είναι γνωστό για τα λευκά άνθη του. Χρησιμοποιείται κυρίως σε κήπους ή για φυσικά τοπία. Όσον αφορά τη χρήση της λέξης στα Αγγλικά, θεωρείται πιο τεχνική και χρησιμοποιείται κυρίως σε κείμενα που σχετίζονται με βοτανική και κηπουρική, αν και μπορεί να εμφανίζεται και σε προφορικό λόγο σε σχετικές συζητήσεις.
Ο κήπος ήταν γεμάτος από ανθισμένα λευκά αβένς.
White avens are often used in herbal medicine.
Τα λευκά αβένς χρησιμοποιούνται συχνά στην φυτοθεραπεία.
I found a patch of wild white avens during my hike.
Η φράση white avens δεν είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο, μπορεί να αναφερθεί σε συγκριτικά ή μεταφορικά συμφραζόμενα στον κόσμο της βοτανικής:
"Έχει ένα λευκό αβένς να μεγαλώνει στον κήπο της, που συμβολίζει την αγνότητα."
"The white avens stood out among the other wildflowers."
"Το λευκό αβένς ξεχώριζε ανάμεσα στις άλλες αγριολούλουδα."
"In folklore, white avens are associated with healing."
Η λέξη avens προέρχεται από το μεσαιωνικό αγγλικό aven, που είναι παραλλαγή του αρχαϊκού λατινικού όρου avena, που αναφέρεται σε είδος φυτού (πιθανόν βρώμη). Το "white" αναφέρεται στο χρώμα των λουλουδιών αυτού του συγκεκριμένου φυτού.
Συνώνυμα: - Geum canadense (επιστημονική ονομασία)
Αντώνυμα: - Δεν υπάρχουν συγκεκριμένα αντώνυμα για το white avens, καθώς πρόκειται για το όνομα ενός φυτού. Ωστόσο, σε έναν πιο ευρύ κηπουρικό συμφραζόμενο, μπορεί να επισημανθούν χρωματισμένα λουλούδια ή φυτά αντίθετου χρώματος (π.χ. red rose ή yellow daffodil).