White cast iron είναι ένα ονοματικό ή υποκείμενο στην αγγλική γλώσσα, που αναφέρεται σε ένα συγκεκριμένο τύπο σιδήρου.
Φωνητική μεταγραφή (IPA): /waɪt kæst aɪrn/
Ο λευκός χυτοσίδηρος είναι ένα κράμα σιδήρου που περιέχει άνθρακα και έχει κατά κανόνα χαμηλή περιεκτικότητα σε πυρίτιο. Είναι γνωστός για την σκληρότητά του και την αντοχή του στη φθορά, αλλά έχει περιορισμένη ευθραυστότητα. Χρησιμοποιείται κυρίως σε εφαρμογές που απαιτούν αντοχή στη φθορά, όπως σε μηχανές και εργαλεία.
Στη γλώσσα Αγγλικά, χρησιμοποιείται κυρίως στο πλαίσιο της βιομηχανίας και της μηχανικής. Η χρήση του είναι πιο συχνή σε γραπτό πλαίσιο, όπως σε τεχνικά κείμενα.
Ο λευκός χυτοσίδηρος χρησιμοποιείται στην παραγωγή ανθεκτικών στην φθορά κομματιών.
The properties of white cast iron make it suitable for special applications in engineering.
Ο λευκός χυτοσίδηρος δεν περιλαμβάνει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να αναφερθεί σε σύνθετες φράσεις που σχετίζονται με τη βιομηχανία. Ανάλογα με εφαρμογές και ιδιότητες, μπορούμε να δούμε παραδείγματα όπως:
Η χρήση λευκού χυτοσίδηρου μπορεί να παρατείνει τη διάρκεια ζωής των εργαλείων.
"White cast iron demonstrates high wear resistance in harsh environments."
Ο λευκός χυτοσίδηρος επιδεικνύει υψηλή αντοχή στη φθορά σε σκληρές περιβάλλουσες συνθήκες.
"The durability of white cast iron parts is unmatched in many industries."
Η λέξη "cast iron" προέρχεται από τη λέξη "cast", που αναφέρεται στη διαδικασία χύτευσης, και τον όρο "iron", που σημαίνει σίδηρος. Ο χαρακτηρισμός "white" σχετίζεται με την εμφάνιση του κράματος, καθώς κατά τη διάρκεια της διαδικασίας χύτευσης αποκτά μια ελαφρώς λευκή ή ασημένια εμφάνιση.
Συνώνυμα: - Grey cast iron (γκρίζος χυτοσίδηρος) – έχει διαφορετική σύνθεση και ιδιότητες. - Alloyed cast iron (κραματωμένος χυτοσίδηρος) – αναφέρεται σε χυτοσίδηρους που περιέχουν άλλα μέταλλα.
Αντώνυμα: - Machined steel (μηχανικά επεξεργασμένος χάλυβας) – διαφορετικός τύπος υλικού με άλλες ιδιότητες. - Ductile iron (ελαστικός χυτοσίδηρος) – έχει διαφορετικότητα στην αντοχή και την ευκαμψία.