whitehead - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

whitehead (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Whitehead: Ουσιαστικό (noun)

Φωνητική μεταγραφή

/ˈwaɪtˌhɛd/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία

Η λέξη "whitehead" μπορεί να έχει διάφορες σημασίες. Πρώτον, χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα είδος ακμής που είναι κλειστή και έχει λευκό χρώμα στην κορυφή της. Δεύτερον, μπορεί να αναφέρεται σε συγκεκριμένα επώνυμα, όπως π.χ. στον φιλόσοφο Alfred North Whitehead. Δεν είναι ιδιαίτερα συχνή στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί να χρησιμοποιείται σε γραπτά κείμενα που σχετίζονται με την ιατρική ή τη φιλοσοφία.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. I noticed a whitehead forming on my forehead.
  2. Παρατήρησα ότι σχηματίζεται μια λευκή κεφαλή στο μέτωπό μου.

  3. The dermatologist said that whiteheads are common among teenagers.

  4. Ο δερματολόγος είπε ότι οι λευκές κεφαλές είναι συνηθισμένες μεταξύ των εφήβων.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "whitehead" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σε περιπτώσεις που σχετίζονται με την ακμή μπορεί να υπάρξουν κάποιες εκφράσεις όπως:

  1. "He tried to pop his whitehead."
  2. Προσπάθησε να σπάσει την λευκή κεφαλή του.

  3. "She prefers using a gentle cleanser to prevent whiteheads."

  4. Αυτή προτιμά να χρησιμοποιεί έναν ήπιο καθαριστικό για να αποτρέψει τις λευκές κεφαλές.

  5. "Whiteheads can be frustrating, but they’re usually easy to treat."

  6. Οι λευκές κεφαλές μπορεί να είναι εκνευριστικές, αλλά συνήθως είναι εύκολες στη θεραπεία.

Ετυμολογία

Η λέξη "whitehead" προέρχεται από την γλώσσα Αγγλικά, όπου "white" σημαίνει "λευκός" και "head" σημαίνει "κεφαλή". Ο συνδυασμός περιγράφει την εμφάνιση ενός σπυριού που έχει λευκή κορυφή.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



25-07-2024