Η φράση "whole life cost" είναι ουσιαστικό.
/həʊl laɪf kɔːst/
"Whole life cost" αναφέρεται στο συνολικό κόστος που σχετίζεται με την απόκτηση και τη διατήρηση ενός προϊόντος ή υπηρεσίας καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του, που περιλαμβάνει τα αρχικά έξοδα αγοράς, τα κυβερνητικά έξοδα, το κόστος συντήρησης και αποσβέσεων, καθώς και άλλα έξοδα που μπορεί να προκύψουν κατά τη διάρκεια της χρήσης του. Αυτή η έννοια χρησιμοποιείται ευρέως στη χρηματοοικονομία, τη μηχανική και τις στρατηγικές προμήθειας.
Όσον αφορά τη συχνότητα χρήσης, η φράση χρησιμοποιείται περισσότερο σε τεχνικά ή οικονομικά κείμενα παρά στον προφορικό λόγο, καθώς αναφέρεται σε ειδικές αναλύσεις και στρατηγικές κόστους.
Η εταιρεία πραγματοποίησε μια λεπτομερή ανάλυση του ολικού κόστους ζωής για να προσδιορίσει την πιο οικονομικά αποδοτική λύση.
Understanding the whole life cost of a project helps in making informed financial decisions.
Η φράση "whole life cost" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συσχετιστεί με έννοιες του κόστους και της διάρκειας ζωής σε διάφορους τομείς.
Ο υπολογισμός του ολικού κόστους ζωής είναι κρίσιμος για τις μακροχρόνιες επενδύσεις.
Companies should consider the whole life cost when making purchasing decisions to avoid unexpected expenses.
Οι εταιρείες θα πρέπει να εξετάζουν το ολικό κόστος ζωής κατά την λήψη αποφάσεων αγοράς για να αποφύγουν απροσδόκητες δαπάνες.
A detailed whole life cost report can reveal potential savings over time.
Η φράση "whole life cost" είναι μια συνδυαστική έκφραση η οποία χρησιμοποιείται για να περιγράψει το συνολικό κόστος (whole cost) που προκύπτει κατά την διάρκεια της ζωής (life) ενός προϊόντος ή υπηρεσίας. Οι λέξεις "whole" και "life" έχουν ρίζες στην αγγλική γλώσσα που προέρχονται από το παλαιά αγγλικά και είναι σύμφωνες με τη σύγχρονη χρήση τους.
Συνώνυμα: - Total cost of ownership (TCO) - Life cycle cost (LCC)
Αντώνυμα: - Short-term cost - Initial cost