Η φράση "wide awake" λειτουργεί ως επίθετο.
/wʌɪd əˈweɪk/
Η φράση "wide awake" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι πλήρως ξύπνιος και σε κατάσταση εγρήγορσης. Όταν κάποιος είναι "wide awake", δεν είναι μόνο ξύπνιος, αλλά είναι επίσης σε καλή κατάσταση προσοχής και συνείδησης. Αυτή η φράση χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με μια ελαφριά προτίμηση στον προφορικό λόγο. Ο όρος είναι σχετικά συχνά χρησιμοποιούμενος στη καθημερινή γλώσσα.
Ένιωσα πολύ ξύπνιος μετά την κατανάλωση ενός καφέ.
Even though it was late, she was wide awake and ready to party.
Παρόλο που ήταν αργά, ήταν πολύ ξύπνια και έτοιμη να γιορτάσει.
After a good night's sleep, he was wide awake for the meeting.
Η φράση "wide awake" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Μετά την μεγάλη πτήση, ήμουν πολύ ξύπνιος και έτοιμος να φύγω.
Stay wide awake
Για να μείνω πολύ ξύπνιος κατά τη διάρκεια των διαλέξεων, κρατώ σημειώσεις επιμελώς.
Wide awake at dawn
Διαπίστωσα ότι ήμουν πολύ ξύπνιος στην αυγή, απολαμβάνοντας την ησυχία.
Wide awake after a nap
Η φράση "wide awake" προέρχεται από τον συνδυασμό της λέξης "wide", που σημαίνει "ευρύς" ή "πλατύς", και της λέξης "awake", που σημαίνει "ξύπνιος". Ο όρος χρησιμοποιείται από τον 19ο αιώνα και έχει ρίζες στη γλώσσα των Αγγλοσαξόνων.
Συνώνυμα: - Alert - Aware - Conscious
Αντώνυμα: - Asleep - Drowsy - Unaware