/ˈwɪð.ɪn ˈnær.oʊ ˈbaʊndz/
Η φράση "within narrow bounds" χρησιμοποιείται για να περιγράψει καταστάσεις, όρια ή περιορισμούς που είναι στενά ή περιορισμένα. Αυτή η φράση αναφέρεται συχνά σε συνθήκες ή συμφωνίες που επιτρέπουν μόνο λίγες επιλογές ή που περιορίζουν την ελευθερία κινήσεων.
Συχνότητα χρήσης: Αυτή η φράση χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό πλαίσιο, όπως σε επιστημονικά κείμενα, νομικά συμφωνητικά, ή στην φιλοσοφία, όπου απαιτείται η ακρίβεια/περιορισμός των προϋποθέσεων.
The project will be carried out within narrow bounds to meet the budget constraints.
Το έργο θα υλοποιηθεί εντός στενών ορίων για να τηρηθούν οι περιορισμοί του προϋπολογισμού.
He operates his business within narrow bounds to maintain its integrity.
Διαχειρίζεται την επιχείρησή του εντός στενών ορίων για να διατηρήσει την ακεραιότητά της.
Staying within narrow bounds is essential for effective planning.
Η παραμονή εντός στενών ορίων είναι απαραίτητη για αποτελεσματικό σχεδιασμό.
Working within narrow bounds can foster creativity by forcing innovative solutions.
Η εργασία εντός στενών ορίων μπορεί να ενθαρρύνει τη δημιουργικότητα, αναγκάζοντας καινοτόμες λύσεις.
She always completed her tasks within narrow bounds to ensure quality.
Πάντα ολοκλήρωνε τις εργασίες της εντός στενών ορίων για να εξασφαλίσει την ποιότητα.
Η λέξη "within" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική "wiðin" που σημαίνει "μέσα", συνδυασμένη με την λέξη "narrow", που προέρχεται από την αρχαία Αγγλική "nearowe", που σημαίνει "στενός", και "bounds", που προέρχεται από την λατινική "meta/mandare" που σημαίνει "όριο".
Συνώνυμα: - within narrow limits - under tight constraints
Αντώνυμα: - without limits - in broad terms