Woma είναι μια λέξη που δεν αναγνωρίζεται ως κανονική λέξη στα αγγλικά, αλλά μπορεί να υποδηλώνει μια παραφθορά της λέξης "woman".
/wʊmən/ (εάν υποθέσουμε ότι αναφερόμαστε στη λέξη "woman")
Η λέξη "woman" αναφέρεται σε μια ενήλικη θηλυκή ανθρώπινη υπόσταση. Χρησιμοποιείται ευρέως στη γλώσσα για να προσδιορίσει το φύλο και τα χαρακτηριστικά που συνδέονται με τις γυναίκες. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή σε γραπτό και προφορικό λόγο, καθώς είναι μια από τις βασικές λέξεις για τη διατύπωση σχέσεων και ταυτότητας.
Αυτή η λέξη χρησιμοποιείται καθημερινά σε πολλές συζητήσεις και κείμενα, όπως σε πλαίσια συζητήσεων για τα δικαιώματα των γυναικών, στην εκπαίδευση ή σε κοινωνικές αλληλεπιδράσεις.
The woman is reading a book in the park.
Η γυναίκα διαβάζει ένα βιβλίο στο πάρκο.
I saw a woman walking her dog this morning.
Είδα μια γυναίκα να βγάζει βόλτα τον σκύλο της το πρωί.
Every woman deserves respect and equal rights.
Κάθε γυναίκα αξίζει σεβασμό και ίσα δικαιώματα.
Η λέξη "woman" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές φράσεις στην αγγλική γλώσσα:
Behind every successful woman is a tribe of other successful women.
Πίσω από κάθε επιτυχημένη γυναίκα βρίσκεται μια φυλή άλλων επιτυχημένων γυναικών.
A woman’s work is never done.
Η δουλειά μιας γυναίκας δεν τελειώνει ποτέ.
Every woman has her story.
Κάθε γυναίκα έχει την ιστορία της.
Hell hath no fury like a woman scorned.
Η κόλαση δεν έχει εκδίκηση όπως μια γυναίκα που έχει απορριφθεί.
Η λέξη "woman" προέρχεται από την αρχαία αγγλική λέξη "wīfmann", όπου "wīf" σημαίνει γυναίκα και "mann" σημαίνει άνθρωπος. Έχει εξελιχθεί με την πάροδο του χρόνου για να πάρει τη σύγχρονη μορφή της.
Συνώνυμα: - lady (κυρία) - female (θηλυκό)
Αντώνυμα: - man (άνδρας) - male (αρσενικό)
Ελπίζω αυτές οι πληροφορίες να είναι χρήσιμες!