wood cricket - Ουσιαστικό
/ˈwʊd ˈkrɪkɪt/
Ο όρος "wood cricket" αναφέρεται σε ένα είδος τζίτζικα που συχνά βρίσκεται σε ξυλώδεις περιοχές ή δάση. Συνήθως οι τζίτζικες είναι γνωστοί για τους χαρακτηριστικούς ήχους τους, που παράγονται κυρίως από τα αρσενικά κατά την αναπαραγωγική περίοδο. Η χρήση του όρου "wood cricket" δεν είναι ιδιαίτερα συχνή στην καθημερινή αγγλική γλώσσα και πιθανώς εμφανίζεται περισσότερο σε επιστημονικά ή φυσιολατρικά κείμενα παρά σε προφορικό λόγο, αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε casual κουβέντες σχετικά με τη φύση.
Ο ξύλινος τζίτζικας τραγουδά το βράδυ για να προσελκύσει σύντροφο.
You can often find a wood cricket in wooded areas during the summer.
Ο όρος "wood cricket" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενος σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, είναι δυνατή η αναφορά στη φύση και στους ήχους που παράγει ο τζίτζικας γενικά:
“Το δάσος ήταν γεμάτο ήχους από ξύλινους τζίτζικες.”
“He compared his feelings to the song of the wood cricket.”
“Σύγκρινε τα συναισθήματά του με το τραγούδι του ξύλινου τζίτζικα.”
“If you listen closely, you can hear the wood cricket calling through the trees.”
Η λέξη "cricket" προέρχεται από τη μεσαιωνική αγγλική λέξη "cricca", που πιθανώς προέρχεται από τη γαλλική λέξη "criquet". Ο όρος "wood" προέρχεται από παλαιότερες αγγλικές μορφές που σχετίζονται με δάση και ξυλώδεις περιοχές.
Συνώνυμα - Grasshopper (αλλά με διαφορές στη βιολογία) - Cicada (αν και δεν είναι το ίδιο)
Αντώνυμα - City insect (γενικά, αστικά έντομα)