Το "wrench square" αποτελεί ένα ουσιαστικό και αναφέρεται σε ένα εργαλείο που συνδυάζει χαρακτηριστικά ενός γωνιακού κλειδιού (wrench) και μιας τετράγωνης σχεδίασης.
/wrɛntʃ skwɛr/
Το "wrench square" χρησιμοποιείται κυρίως στο πλαίσιο των μηχανικών και των κατασκευών, όπου αναφέρεται σε ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται για την σύσφιξη ή την αφαίρεση βιδών και παξιμαδιών. Το "wrench" είναι το παραδοσιακό εργαλείο που επιτρέπει τη βαριά εργασία, ενώ το "square" αναφέρεται στην τετράγωνη μορφή που μπορεί να έχει αυτό το εργαλείο. Χρησιμοποιείται περίπου το ίδιο συχνά τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στο γραπτό πλαίσιο.
I used the wrench square to tighten the bolts.
Χρησιμοποίησα το κλειδί σπαστού για να σφίξω τις βίδες.
Make sure you have the correct wrench square for this job.
Βεβαιώσου ότι έχεις το σωστό κλειδί σπαστού για αυτή τη δουλειά.
He reached for the wrench square to fix the loose part.
Άπλωσε το χέρι του για να πάρει το κλειδί σπαστού για να επισκευάσει το χαλαρό κομμάτι.
Το "wrench square" δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένο σε ιδιωματικές εκφράσεις στην αγγλική γλώσσα, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με διάφορες φράσεις που σχετίζονται με την κατασκευή και την επισκευή.
"Throw a wrench into the works": Σημαίνει να προκαλέσεις μια απροσδόκητη δυσκολία σε μια διαδικασία.
Π.χ. "The unexpected rain threw a wrench into the works of the outdoor event."
Η απροσδόκητη βροχή προκάλεσε μια δυσκολία στην εκδήλωση εκτός.
"Wrench it loose": Χρησιμοποιείται για να δηλώσει την πράξη αφαίρεσης ή χαλάρωσης κάτι που είναι σφιχτό.
Π.χ. "He had to wrench it loose before he could replace the part."
Έπρεπε να το αφαιρέσει πριν μπορέσει να αντικαταστήσει το κομμάτι.
"A wrench in the plan": Χρησιμοποιείται όταν κάτι πάει στραβά σε ένα σχέδιο.
Π.χ. "The loss of key personnel was a wrench in the plan."
Η απώλεια του κλειδί προσωπικού ήταν ένα εμπόδιο στο σχέδιο.
Η λέξη "wrench" προέρχεται από την παλαιά αγγλική λέξη wrenchian, που σημαίνει "να γυρίσει ή να γυρίσει". Το "square" έχει ρίζες στη λατινική λέξη quadratus, που σημαίνει "τετράγωνο".
Συνώνυμα: - Вίδα (bolt) - Κλειδί (key)
Αντώνυμα: - Χαλάρωση (loosening) - Αφαίρεση (removal)