yok - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

yok (αγγλικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "yok" είναι επίθετο.

Φωνητική Μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /joʊk/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Στα Αγγλικά, “yok” σημαίνει "καμία" ή "τίποτα." Είναι μια άτυπη ή διαλεκτική λέξη που χρησιμοποιείται για να δηλώσει την απουσία κάτι ή την έλλειψη σημασίας. Χρησιμοποιείται συχνά σε προφορικό λόγο και σε καθημερινές συνομιλίες, αλλά σπανίως θα τη δείτε σε γραπτό κείμενο.

Συχνότητα Χρήσης: Η λέξη “yok” είναι σχετικά σπάνια και δεν είναι ευρέως αναγνωρίσιμη σε όλους τους ομιλητές της αγγλικής γλώσσας.

Παραδειγματικές Προτάσεις

  1. "I have yok idea about what happened."
  2. "Δεν έχω καμία ιδέα για το τι συνέβη."

  3. "There were yok responses to the proposal."

  4. "Δεν υπήρξαν καμιά απάντηση στην πρόταση."

  5. "She realized she had yok time left to finish."

  6. "Κατάλαβε ότι δεν είχε καθόλου χρόνο να τελειώσει."

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "yok" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να παρατηρηθεί σε πιο άτυπες εκφράσεις. Εδώ είναι μερικές προτάσεις:

  1. "He’s got yok interest in the project."
  2. "Δεν έχει κανένα ενδιαφέρον για το έργο."

  3. "After the meeting, I felt yok enthusiasm."

  4. "Μετά τη συνάντηση, αισθάνθηκα καμία ενθουσιασμό."

  5. "There was yok reason for the delay."

  6. "Δεν υπήρχε κανένας λόγος για την καθυστέρηση."

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "yok" προέρχεται από το Τουρκικό "yok", που σημαίνει "δεν υπάρχει" ή "τίποτα." Η χρήση αυτής της λέξης ενδέχεται να έχει διαδοθεί μέσω πολιτιστικών ανταλλαγών και διαλέκτων.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Αυτές είναι οι λεπτομέρειες σχετικά με τη λέξη "yok".



25-07-2024