Το "young man" είναι φράση που λειτουργεί ως ουσιαστικό.
/fjʌŋ mæn/
Η φράση "young man" αναφέρεται σε έναν άντρα που είναι νέος σε ηλικία, συνήθως σε αναφορά σε κάποιον που βρίσκεται στην εφηβεία έως τα πρώτα τριάκοντα χρόνια της ζωής του. Η χρήση της είναι συχνή σε καθημερινές συνομιλίες και γραπτό λόγο, και μπορεί να συναντηθεί τόσο στον προφορικό όσο και σε γραπτό πλαίσιο, αν και είναι περισσότερο κοινή στον προφορικό λόγο.
Ο νέος άντρας σπουδάζει στο πανεπιστήμιο.
My brother is a young man with big dreams.
Ο αδερφός μου είναι ένας νέος άντρας με μεγάλα όνειρα.
A young man approached me for directions.
Η φράση "young man" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις ή σχόλια που αναφέρονται σε νεαρούς άντρες.
Ο νέος άντρας έχει ένα λαμπρό μέλλον μπροστά του.
"Every young man should follow his passion."
Κάθε νέος άντρας πρέπει να ακολουθεί την πάθος του.
"That young man has the potential to change the world."
Αυτός ο νέος άντρας έχει τη δυνατότητα να αλλάξει τον κόσμο.
"A young man like you should take more risks."
Ένας νέος άντρας σαν εσένα θα πρέπει να παίρνει περισσότερους κινδύνους.
"The young man was excited to start his new job."
Η λέξη "young" προέρχεται από την αρχαία Αγγλική "geong," που σημαίνει στη νεαρή ηλικία, ενώ η λέξη "man" προέρχεται από την παλαιά Αγγλική "mann," που σημαίνει άνθρωπος ή άντρας.
Συνώνυμα: - νεαρός άντρας - αγόρι (σε κάποιες περιπτώσεις)
Αντώνυμα: - ηλικιωμένος άντρας - γέρος
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της φράσης "young man" στα Αγγλικά.