Το "óxido cúprico" αποτελεί ουσιαστικό στην Ισπανική γλώσσα.
Φωνητική μεταγραφή:
/o'ksiðo 'ku.pɾi.ko/
Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό:
χαλκού οξείδιο
διοξείδιο του χαλκού
Σημασία & Χρήση:
Το "óxido cúprico" αναφέρεται στο διοξείδιο του χαλκού, που είναι ένα άλας του χαλκού που περιέχει χαλκό σε φόρμα διοξειδίου.
Χρησιμοποιείται κυρίως στο γραπτό περιβάλλον, σε επιστημονικά κείμενα ή συζητήσεις περί χημείας.
Παραδειγματικές Προτάσεις:
El óxido cúprico se usa en la fabricación de pinturas. (Το διοξείδιο του χαλκού χρησιμοποιείται στην παραγωγή χρωμάτων.)
Para formar óxido cúprico, es necesario calentar el cobre en presencia de oxígeno. (Για τη δημιουργία διοξειδίου του χαλκού, απαιτείται θέρμανση του χαλκού σε παρουσία οξυγόνου.)
Ετυμολογία:
Η λέξη "óxido" προέρχεται από τα Λατινικά "oxidus", ενώ το "cúprico" προέρχεται από τη Λατινική λέξη "cuprum" που σημαίνει χαλκός.
Συνώνυμα:
dióxido de cobre
óxido de cobre (II)
Αντώνυμα:
no se ha encontrado información relevante respecto a antónimos de "óxido cúprico" en este contexto.