Cortes - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

Cortes (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "Cortes" είναι ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Phonetic transcription: [ˈkoɾtes]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Στα Ισπανικά, η λέξη "Cortes" χρησιμοποιείται κυρίως για να αναφέρεται σε συγκεκριμένα σώματα ή θεσμούς, όπως τα "Cortes" της Ισπανίας, που είναι το κοινοβούλιο της χώρας. Η χρήση της λέξης είναι συχνή σε νομικά και πολιτικά πλαίσια, ιδίως σε κείμενα που αφορούν τη νομοθεσία ή την πολιτική διοίκηση. Η λέξη "Cortes" είναι πιο κοινή σε γραπτά κείμενα παρά σε προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Las Cortes aprobaron una nueva ley sobre protección ambiental.
  2. Το Κοινοβούλιο ψήφισε έναν νέο νόμο για την προστασία του περιβάλλοντος.

  3. En las Cortes se debatieron importantes temas económicos.

  4. Στις Δικαστήρια συζητήθηκαν σημαντικά οικονομικά θέματα.

  5. La historia de las Cortes en España se remonta a varios siglos.

  6. Η ιστορία των Κοινοβουλίων στην Ισπανία χρονολογείται αρκετούς αιώνες πίσω.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "Cortes" χρησιμοποιείται σε μερικές ιδιωματικές εκφράσεις και frases.

  1. "Las Cortes están en desacuerdo."
  2. Το Κοινοβούλιο είναι σε διαφωνία.

  3. "Se necesita un acuerdo en las Cortes."

  4. Χρειάζεται μια συμφωνία στο Κοινοβούλιο.

  5. "Las decisiones de las Cortes son fundamentales para la democracia."

  6. Οι αποφάσεις του Κοινοβουλίου είναι θεμελιώδεις για τη δημοκρατία.

  7. "Las sesiones de las Cortes son transmitidas en vivo."

  8. Οι συνεδριάσεις του Κοινοβουλίου μεταδίδονται ζωντανά.

  9. "Durante la crisis, las Cortes tuvieron un papel crucial."

  10. Κατά την κρίση, το Κοινοβούλιο είχε κρίσιμο ρόλο.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "Cortes" προέρχεται από τη λατινική λέξη "cortem", που σημαίνει "αυλή" ή "δωμάτιο", υποδηλώνοντας έναν θεσμό ή μια συνέλευση που λαμβάνει αποφάσεις.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Asamblea - Parlamento - Tribunal

Αντώνυμα: - Anarquía (Αναρχία) - Desorden (Αταξία) - Caos (Χάος)



22-07-2024