Μέρος του λόγου: Noun
Φωνητική μεταγραφή (ΙΠΑ): /ˌdɛ.ˌe.ne.ˈe/
Μεταφράσεις: DNI (Στοιχειώδη Αρχείο Ταυτοποίησης)
Σημασίες: 1. Στοιχειώδες αρχείο ταυτοποίησης (Documento Nacional de Identidad), που χρησιμοποιείται στην Ισπανία για την αναγνώριση των πολιτών.
Συχνότητα χρήσης: Το DNI χρησιμοποιείται συχνά στην Ισπανία σε γραπτό και προφορικό λόγο.
Παραδείγματα: 1. Χρειάζεται το DNI σας για να επιβεβαιώσετε την ταυτότητά σας. 2. Ξέχασα το DNI μου στο σπίτι.
Ιδιωματικές εκφράσεις: Το DNI δεν είναι τμήμα κάποιας ιδιωματικής εκφράσης.
Ετυμολογία: Το Στοιχειώδες Αρχείο Ταυτοποίησης προέρχεται από την ισπανική φράση "Documento Nacional de Identidad".
Συνώνυμα και Αντώνυμα:
Συνώνυμα: - Αριθμός Ταυτότητας - Καρτέλα Ταυτότητας
Αντώνυμα: - Αγνωστά
Παράδειγμα: Χρειάζομαι το DNI μου για να ολοκληρώσω την αίτηση μου για βοήθεια από τον οργανισμό.