IPC - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

IPC (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "IPC" είναι ακρωνύμιο, που σημαίνει "Índice de Precios al Consumidor" (Δείκτης Τιμών Καταναλωτή). Χρησιμοποιείται ως ουσιαστικό.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου: /i.pe.se/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Ο δείκτης τιμών καταναλωτή (IPC) είναι ένα μέτρο που αναπαριστά τη μεταβολή των τιμών ενός καλαθιού αγαθών και υπηρεσιών που καταναλώνουν οι νοικοκυριά. Είναι ιδιαίτερα σημαντικός στους τομείς της οικονομίας και της νομοθεσίας, καθώς χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του πληθωρισμού και για την προσαρμογή μισθών και κοινωνικών επιδομάτων.

Στην ισπανική γλώσσα, "IPC" χρησιμοποιείται κυρίως σε οικονομικές αναλύσεις και επίσημες ανακοινώσεις. Η χρήση του είναι πιο συχνή στο γραπτό πλαίσιο, όπως σε οικονομικές εκθέσεις και κυβερνητικά έγγραφα, παρά στον προφορικό λόγο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El IPC ha aumentado un 2% en el último año.
  2. Ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή έχει αυξηθεί κατά 2% τον τελευταίο χρόνο.

  3. Las autoridades monitorean el IPC para ajustar las políticas económicas.

  4. Οι αρχές παρακολουθούν τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή για να προσαρμόσουν τις οικονομικές πολιτικές.

  5. Un aumento en el IPC afecta el poder adquisitivo de los ciudadanos.

  6. Μία αύξηση στον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή επηρεάζει την αγοραστική δύναμη των πολιτών.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Ο όρος "IPC" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο παρακάτω υπάρχουν κάποιες προτάσεις που αναδεικνύουν τη σημασία του:

  1. La subida del IPC es un indicador de la inflación.
  2. Η αύξηση του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή είναι δείκτης του πληθωρισμού.

  3. Para muchas familias, el IPC es una preocupación diaria.

  4. Για πολλές οικογένειες, ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή είναι μια καθημερινή ανησυχία.

  5. Los ajustes salariales se realizan según el IPC.

  6. Οι προσαρμογές μισθών γίνονται σύμφωνα με τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.

  7. La política monetaria tiene que considerar el IPC regularmente.

  8. Η νομισματική πολιτική πρέπει να εξετάζει τακτικά τον Δείκτη Τιμών Καταναλωτή.

Ετυμολογία της λέξης

Ο όρος "IPC" προέρχεται από τα ισπανικά ως ακρωνύμιο για "Índice" (δείκτης), "Precios" (τιμές) και "Consumidor" (καταναλωτής). Αυτή η φράση έχει δημιουργηθεί για να περιγράψει την τάση των τιμών σε αγαθά και υπηρεσίες που καταναλώνονται από τους πολίτες.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Índice de Precios al Consumidor (IPC) - Índice de Coste de Vida

Αντώνυμα: - Δείκτης αυξήσεων (αν αναφέρεται σε περιόδους όπου οι τιμές δεν αυξάνονται).

Αυτή η πληροφορία για τον "IPC" αναδεικνύει τη σημασία του στον οικονομικό τομέα και τη χρήση του στην ισπανική γλώσσα.



23-07-2024