Η φράση "a cara descubierta" είναι μια ιδιωματική έκφραση που λειτουργεί ως χωρίο ή φράση και δεν ανήκει σε μία μόνο κατηγορία μέρους του λόγου.
/a ˈkaɾa deskuβjeɾta/
Η φράση "a cara descubierta" σημαίνει "εντελώς ανοιχτά" ή "χωρίς καμία απόκρυψη". Σημαίνει ότι κάποιος εξωτερικεύει τα συναισθήματά του ή τις προθέσεις του χωρίς να κρύβει τίποτα. Χρησιμοποιείται κυρίως σε καταστάσεις όπου οι άνθρωποι είναι ειλικρινείς ή όπου κάτι παρουσιάζεται με απόλυτη διαφάνεια. Αυτή η φράση χρησιμοποιείται περισσότερο στον προφορικό λόγο παρά στο γραπτό πλαίσιο.
En la reunión, habló a cara descubierta sobre los problemas del equipo.
Στη συνάντηση, μίλησε ανοιχτά για τα προβλήματα της ομάδας.
Decidí abordar el tema a cara descubierta, sin rodeos.
Αποφάσισα να ασχοληθώ με το θέμα ανοιχτά, χωρίς περιστροφές.
Η φράση "a cara descubierta" χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν μερικές προτάσεις που το εικονογραφούν:
Es mejor hablar a cara descubierta que guardar rencores.
Είναι καλύτερο να μιλάμε ανοιχτά παρά να κρατάμε μνησικακίες.
Cuando se trata de sentimientos, hay que ir a cara descubierta.
Όταν πρόκειται για συναισθήματα, πρέπει να είμαστε ανοιχτοί.
El político se presentó a cara descubierta ante la prensa.
Ο πολιτικός παρουσιάστηκε ανοιχτά μπροστά στους δημοσιογράφους.
A veces es difícil ser a cara descubierta en un mundo tan competitivo.
Μερικές φορές είναι δύσκολο να είσαι ανοιχτός σε έναν τόσο ανταγωνιστικό κόσμο.
En nuestra familia, siempre hablamos a cara descubierta de nuestros problemas.
Στην οικογένειά μας, πάντα μιλάμε ανοιχτά για τα προβλήματά μας.
Η φράση προέρχεται από τη συνδυαστική χρήση των λέξεων "cara" (πρόσωπο) και "descubierta" (ανακαλυμμένο, εκτεθειμένο). Συμβολίζει την έννοια του εκτεθειμένου προσώπου, δηλαδή της ειλικρίνειας και της διαφάνειας.