Η φράση "a ciencia cierta" είναι μια ιδιωματική έκφραση.
/a ˈsjenda ˈθjerta/
Η φράση "a ciencia cierta" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να δηλώσει κάτι που είναι αποδεδειγμένο ή σίγουρο, χωρίς αμφιβολία. Χρησιμοποιείται κυρίως σε γραπτό λόγο, αν και μπορεί να εμφανίζεται και στον προφορικό λόγο. Είναι μια φράση που θεωρείται συνήθως επίσημη και χρησιμοποιείται σε περιβάλλοντα όπου απαιτείται σαφήνεια και ακρίβεια.
No sabemos a ciencia cierta cuándo llegará el paquete.
(Δεν ξέρουμε με βεβαιότητα πότε θα φτάσει το πακέτο.)
A ciencia cierta, él es el mejor candidato para el puesto.
(Σίγουρα, αυτός είναι ο καλύτερος υποψήφιος για τη θέση.)
A ciencia cierta, no se puede afirmar que haya vida en otros planetas.
(Χωρίς αμφιβολία, δεν μπορεί να δηλωθεί ότι υπάρχει ζωή σε άλλους πλανήτες.)
Η φράση "a ciencia cierta" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν ορισμένα παραδείγματα:
Lo que sabemos a ciencia cierta es que debemos actuar ya.
(Αυτό που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι ότι πρέπει να δράσουμε τώρα.)
No puedo darte una respuesta a ciencia cierta sobre el clima mañana.
(Δεν μπορώ να σου δώσω μια απάντηση με σιγουριά για τον καιρό αύριο.)
A ciencia cierta, todos queremos lo mejor para el futuro de nuestros hijos.
(Σίγουρα, όλοι θέλουμε το καλύτερο για το μέλλον των παιδιών μας.)
No hay a ciencia cierta un motivo claro para su renuncia.
(Δεν υπάρχει με βεβαιότητα ένας σαφής λόγος για την παραίτησή του.)
A ciencia cierta, se requiere tiempo para construir una buena relación.
(Σίγουρα, απαιτείται χρόνος για να οικοδομηθεί μια καλή σχέση.)
Η φράση "a ciencia cierta" προέρχεται από τη συνδυαστική χρήση των λέξεων "ciencia" (επιστήμη) και "cierta" (σίγουρη, βεβαία), που όταν συνδυάζονται υποδηλώνουν μια κατάσταση γνώσης που είναι αποδεδειγμένη και αδιαμφισβήτητη.
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της φράσης "a ciencia cierta" στη γλώσσα Ισπανικά.