Η φράση "a fondo" λειτουργεί κυρίως ως επίρρημα.
/a ˈfondo/
Η φράση "a fondo" στα Ισπανικά σημαίνει "σε βάθος" ή "ολόκληρα". Χρησιμοποιείται για να εκφράσει την έννοια της διερεύνησης, της ανάλυσης ή της εκτέλεσης κάτι με λεπτομέρεια. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενη και στις δύο μορφές, προφορικά και γραπτά, αν και μπορεί να εμφανίζεται πιο συχνά σε γραπτά κείμενα λόγω της πολυπλοκότητάς της.
Παραδείγματα προτάσεων:
Voy a estudiar este tema a fondo.
Θα μελετήσω αυτό το θέμα εις βάθος.
Necesitamos analizar la situación a fondo.
Πρέπει να αναλύσουμε την κατάσταση ολοκληρωμένα.
El libro aborda el asunto a fondo.
Το βιβλίο προσεγγίζει το θέμα σε βάθος.
Η φράση "a fondo" είναι επίσης παρούσα σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Ir a fondo:
Vas a fondo en tus estudios.
Πηγαίνεις εις βάθος στις σπουδές σου.
Hablar a fondo:
Necesitamos hablar a fondo sobre este asunto.
Πρέπει να μιλήσουμε σε βάθος για αυτό το θέμα.
Investigar a fondo:
El detective va a investigar a fondo el caso.
Ο ντετέκτιβ θα ερευνήσει τον φάκελο εις βάθος.
Trabajar a fondo:
Tienes que trabajar a fondo si quieres conseguir resultados.
Πρέπει να δουλέψεις ολοκληρωμένα αν θέλεις να έχεις αποτελέσματα.
Ο όρος "a fondo" προέρχεται από το "fondo", το οποίο σημαίνει "βάθος" ή "υπόκρισμα", και έχει τη ρίζα του στη Λατινική λέξη "fundus". Η προσθήκη της προθέσεως "a" σημαίνει "σε" ή "ολόκληρα", δίνοντας τη διαχρονική έννοια της πλήρους ανάλυσης.
Συνώνυμα: - En profundidad - Detalladamente - Exhaustivamente
Αντώνυμα: - Superficialmente - Levemente - Brevemente
Αυτή είναι η ανάλυση για τη φράση "a fondo" όπως ζητήθηκε.