Η φράση "a la desesperada" είναι επιρρηματική έκφραση που χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση ή μια ενέργεια που γίνεται από απόγνωση ή σε κατάσταση ανάγκης.
/a la despeɾaˈða/
Η φράση "a la desesperada" χρησιμοποιείται όταν κάποιος προχωρά σε μια ενέργεια λόγω μεγάλης πίεσης ή απελπισίας, συχνά χωρίς να έχει άλλες επιλογές. Είναι συχνά συνδεδεμένη με καταστάσεις που απαιτούν άμεσες λύσεις ή είναι επακόλουθα σε πολύ κακές συνθήκες. Η χρήση της είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και περισσότερο φανερώνεται σε καθημερινές συζητήσεις και αφηγήσεις.
Πήγε απεγνωσμένα να ζητήσει τη δουλειά του πίσω.
Tomó la decisión a la desesperada, sin pensar en las consecuencias.
Πήρε την απόφαση απεγνωσμένα, χωρίς να σκεφτεί τις συνέπειες.
A la desesperada, intentó resolver el problema en cuestión de minutos.
Η φράση "a la desesperada" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που περιγράφουν καταστάσεις ζωής. Εδώ είναι μερικές παραδείγματα:
Έκανε μια απόπειρα απεγνωσμένα για να ανακτήσει την εμπιστοσύνη.
Se lanzó a la aventura a la desesperada, sin un plan claro.
Ξεκίνησε την περιπέτεια απεγνωσμένα, χωρίς ένα σαφές σχέδιο.
En el último minuto, actuó a la desesperada y tomó un riesgo.
Στην τελευταία στιγμή, ενήργησε απεγνωσμένα και ανέλαβε έναν κίνδυνο.
A veces, las decisiones a la desesperada pueden llevar a grandes cambios.
Μερικές φορές, οι αποφάσεις που λαμβάνονται απεγνωσμένα μπορούν να οδηγήσουν σε μεγάλες αλλαγές.
La búsqueda de ayuda fue a la desesperada, ya no sabía a quién acudir.
Η φράση προέρχεται από τη λέξη "desesperada", που σημαίνει "απελπισμένος". Σχηματίζεται από το "desesperar" που αναφέρεται στην κατάσταση της απώλειας ελπίδας.
Συνώνυμα: - con desesperación (με απελπισία) - a la fuerza (με τη βία) - sin esperanza (χωρίς ελπίδα)
Αντώνυμα: - con calma (με ηρεμία) - metódicamente (με μέθοδο) - con confianza (με εμπιστοσύνη)