Η φράση "a la medida" είναι μια προθετική φράση που χρησιμοποιείται κυρίως ως επίρρημα.
/a la meˈðiða/
Η φράση "a la medida" χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάτι έχει προσαρμοστεί ή έχει φτιαχτεί ειδικά για τις ανάγκες ή τις προτιμήσεις κάποιου. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενη στον τομέα της μόδας, της κατασκευής, αλλά και σε υπηρεσίες. Η χρήση της είναι πιο συχνή στις δεξιές συζητήσεις και στις καταστάσεις όπου γίνεται αναφορά σε εξειδικευμένα προϊόντα ή υπηρεσίες.
Hice un vestido a la medida para la boda.
(Έφτιαξα ένα φόρεμα κατά παραγγελία για τον γάμο.)
La empresa ofrece muebles a la medida para cada cliente.
(Η εταιρεία προσφέρει έπιπλα κατά παραγγελία για κάθε πελάτη.)
El programa se adapta a la medida de las necesidades del usuario.
(Το πρόγραμμα προσαρμόζεται σύμφωνα με τις ανάγκες του χρήστη.)
Η φράση "a la medida" χρησιμοποιείται και σε ιδιωματικές εκφράσεις και σχηματισμούς:
Este servicio está diseñado a la medida del cliente.
(Αυτή η υπηρεσία είναι σχεδιασμένη κατά παραγγελία του πελάτη.)
Buscamos soluciones a la medida para cada proyecto.
(Αναζητούμε λύσεις κατά παραγγελία για κάθε έργο.)
El traje que encargué está hecho a la medida.
(Το κοστούμι που παρήγγειλα είναι φτιαγμένο κατά παραγγελία.)
Ofrecen un plan a la medida del estudiante.
(Προσφέρουν ένα σχέδιο κατά παραγγελία για τον σπουδαστή.)
Las estrategias deben ser a la medida de cada situación.
(Οι στρατηγικές πρέπει να είναι σύμφωνα με κάθε κατάσταση.)
Η φράση "a la medida" προέρχεται από τη λέξη "medida," που σημαίνει "μέτρο" ή "να μετράς," με τη χρήση του "a" που υποδεικνύει κατεύθυνση ή προσαρμογή.
"individualizado" (ατομικό)
Αντώνυμα: