Η λέξη "abate" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "abate" είναι /a'βa.te/.
Η μετάφραση της λέξης "abate" στα Ελληνικά μπορεί να είναι: - μειώνω - εξασθενώ - αποδυναμώνω
Η λέξη "abate" χρησιμοποιείται συνήθως για να περιγράψει τη διαδικασία μείωσης ή εξασθένησης κάποιου παράγοντα, όπως π.χ. ο θόρυβος, ο πόνος, ή η ένταση κάποιου φαινομένου. Στη γλώσσα των νομικών, μπορεί να αναφέρεται στη μείωση της βαρύτητας μιας ποινής ή δαπάνης.
Η λέξη χρησιμοποιείται πιο συχνά στο γραπτό λόγο παρά στον προφορικό, αν και οι άνθρωποι μπορεί να τη χρησιμοποιούν σε ειδικότερους τομείς όπως η νομική ή η ιατρική.
La lluvia comenzó a abate la temperatura en la ciudad.
(Η βροχή άρχισε να μειώνει τη θερμοκρασία στην πόλη.)
Es necesario abate el ruido en esta sala para poder trabajar.
(Είναι απαραίτητο να μειώσουμε τον θόρυβο σε αυτή την αίθουσα για να μπορέσουμε να δουλέψουμε.)
Η λέξη "abate" μπορεί να εμφανιστεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις. Ακολουθούν ορισμένες προτάσεις:
El viento puede abate la intensidad de la tormenta.
(Ο άνεμος μπορεί να μειώσει την ένταση της καταιγίδας.)
Una buena noticia puede abate la tristeza.
(Μια καλή είδηση μπορεί να μειώσει τη λύπη.)
Tienen que abate el estrés antes de la presentación.
(Πρέπει να μειώσουν το άγχος πριν από την παρουσίαση.)
El fármaco ayuda a abate el dolor después de la cirugía.
(Το φάρμακο βοηθά στη μείωση του πόνου μετά την επέμβαση.)
Η λέξη "abate" προέρχεται από το λατινικό "abbatere", που σημαίνει "να ρίξω κάτω" ή "να μειώσω".
Συνώνυμα:
- Reducir (μειώνω)
- Disminuir (μειώνω)
- Suavizar (μαλακώνω)
Αντώνυμα:
- Aumentar (αυξάνω)
- Intensificar (εντείνω)
- Fortalecer (ισχυροποιώ)
Αυτές οι πληροφορίες προσφέρουν μια πλήρη εικόνα της λέξης "abate" στην ισπανική γλώσσα.