abatir - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

abatir (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "abatir" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /aβaˈtiɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Το ρήμα "abatir" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να περιγράψει την πράξη του να ρίχνω κάτι κάτω, να καταρρίπτω ή να μειώνω την ένταση ή την αξία κάποιου. Η χρήση του μπορεί να βρεθεί σε ποικίλες καταστάσεις, από στρατιωτικά συμφραζόμενα (όπως στην καταρρίψη ενός εχθρικού αεροσκάφους) μέχρι ιατρικές περιπτώσεις (όπως η μείωση της πίεσης του αίματος). Το ρήμα αυτό εμφανίζεται και στις προφορικές και γραπτές μορφές, αν και συχνά χρησιμοποιείται σε πιο επίσημα ή τεχνικά συμφραζόμενα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El ejército tuvo que abatir al enemigo que atacaba.
    Ο στρατός αναγκάστηκε να καταρρίψει τον εχθρό που επιτίθετο.

  2. El médico recomendó abatir la fiebre con medicamentos.
    Ο γιατρός σύστησε να μειώσουμε τον πυρετό με φάρμακα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Το "abatir" χρησιμοποιείται επίσης σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στην Ισπανικά. Ορισμένες από αυτές είναι:

  1. Abatir los ánimos - να καταρρίψουμε το ηθικό.
  2. La noticia del despido abatió los ánimos en la oficina.
    Η είδηση της απόλυσης κατέβασε το ηθικό στο γραφείο.

  3. Abatir la guardia - να χαλαρώσουμε την προσοχή.

  4. No hay que abatir la guardia cuando se trata de seguridad.
    Δεν πρέπει να χαλαρώνουμε την προσοχή όταν πρόκειται για ασφάλεια.

  5. Abatir a alguien con palabras - καταρρίπτω κάποιον με λόγια.

  6. Sus críticas fueron capaces de abatir a cualquiera.
    Οι κριτικές του μπορούσαν να καταρρίψουν οποιονδήποτε.

  7. Abatirse sobre algo - να καταρριφθεί για κάτι.

  8. La tormenta se abatió sobre la ciudad sin previo aviso.
    Η καταιγίδα «κατήλθε» στην πόλη χωρίς προειδοποίηση.

Ετυμολογία

Το "abatir" προέρχεται από τη σύνθεση του προθέματος "a-" (που υποδηλώνει κίνηση προς κάτι) και του ρήματος "batir" (που σημαίνει «χτυπώ» ή «χτυπώ επάνω»).

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - derribar - echar abajo - desmantelar

Αντώνυμα: - levantar - construir - aumentar



22-07-2024