Το «abocado» είναι ένα επίθετο στα Ισπανικά.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης «abocado» είναι [aβoˈkaðo] σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA).
Η λέξη «abocado» χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει κάτι που έχει σχέση με το αβοκάντο (το φρούτο). Στο μεταφορικό της νόημα μπορεί να σημαίνει ότι κάποιο πράγμα είναι «απογειωμένο» ή «σε ενθουσιώδη κατάσταση». Στη γλώσσα Ισπανικά χρησιμοποιείται περισσότερο στον προφορικό λόγο, αν και μπορεί να συνδυαστεί και σε γραπτές περιγραφές.
Το γουακαμόλε έχει αβοκάντο ως κύριο συστατικό.
Me encanta el pan con abocado y tomate.
Στην Ισπανική γλώσσα, αν και η λέξη «abocado» δεν είναι πολύ συχνά συνδεδεμένη με πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, υπάρχουν κάποιες χρήσεις που αξιοποιούν την σημασία της:
Είναι απογευσμένος σε αποτυχία. (Σημαίνει ότι κάτι είναι σχεδόν καταδικασμένο να αποτύχει).
Su futuro está abocado a grandes éxitos.
Το μέλλον του είναι απογειωμένο προς μεγάλες επιτυχίες. (Σημαίνει ότι η κατεύθυνση είναι πολύ υποσχόμενη).
Ese proyecto está abocado a la quiebra.
Η λέξη «abocado» προέρχεται από την Λατινική ρίζα «abocare» που σημαίνει «να φέρει σε επαφή» ή «να φέρει σε κατάσταση».
Συνώνυμα: - Acompañado (συνοδευμένο)
Αντώνυμα: - Desconectado (αποσυνδεδεμένο) - Separado (χώρος)