Το "abrigador" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική του μεταγραφή είναι: [a.βɾi.ɣa.ðoɾ]
Η λέξη "abrigador" αναφέρεται σε κάποιο αντικείμενο ή ρούχο που προσφέρει θερμική προστασία από το κρύο, όπως ένα μπουφάν ή ένα ζεστό ύφασμα. Χρησιμοποιείται κυρίως στον τομέα της μόδας και της ενδυμασίας. Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια, κυρίως σε προφορικό λόγο και λιγότερο σε γραπτό πλαίσιο.
"El abrigo que compré es un abridgador muy cálido."
(Το παλτό που αγόρασα είναι ένα πολύ ζεστό αμπριγκαντόρ.)
"En invierno, siempre uso un abridgador para no pasar frío."
(Το χειμώνα, πάντα φοράω ένα αμπριγκαντόρ για να μην κρυώνω.)
"El abridgador de lana es perfecto para esta temporada."
(Το αμπριγκαντόρ από μάλλινο υλικό είναι τέλειο για αυτή την εποχή.)
Η λέξη "abrigador" δεν είναι συνηθισμένη σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά συνδέεται με κάποιες που αναφέρονται στη ζεστασιά και την προστασία. Ωστόσο, μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες εκφράσεις που αναφέρονται στο κρύο.
"Necesito un abridgador que me abrace en este frío."
(Χρειάζομαι ένα αμπριγκαντόρ που να με αγκαλιάσει σε αυτό το κρύο.)
"Un buen abridgador puede salvarte de muchas pulmonías."
(Ένα καλό αμπριγκαντόρ μπορεί να σε σώσει από πολλές πνευμονίες.)
"Hoy he traído un abridgador extra para mi amigo."
(Σήμερα έχω φέρει ένα επιπλέον αμπριγκαντόρ για τον φίλο μου.)
"El abridgador de plumas es ideal para viajar."
(Το αμπριγκαντόρ από πούπουλα είναι ιδανικό για να ταξιδέψεις.)
Η λέξη "abrigador" προέρχεται από το ρήμα "abrigar", που σημαίνει "να καλύπτω" ή "να προστατεύω". Η προσθήκη του επιθηματικού "-dor" υποδηλώνει την έννοια του ατόμου ή του αντικειμένου που προσφέρει αυτήν την κάλυψη.
Συνώνυμα: - abrigo (παλτό) - chaqueta (ζακέτα) - manta (κουβέρτα)
Αντώνυμα: - descubierto (γυμνός, χωρίς ρούχα) - desprotegido (ανοχύρωτος)