Η φράση "abrir brecha" περιλαμβάνει ρήμα και ουσιαστικό. Το "abrir" είναι ρήμα και σημαίνει "να ανοίξω", ενώ το "brecha" είναι ουσιαστικό και σημαίνει "χάσμα" ή "ρήγμα".
/ab'ɾiɾ 'bɾe.t͡ʃa/
Η φράση "abrir brecha" χρησιμοποιείται συχνά στα Ισπανικά για να δηλώσει την έννοια του "να ανοίξω ένα χάσμα", κυριολεκτικά ή μεταφορικά. Αυτή η φράση μπορεί να αναφέρεται σε φαινόμενα όπως κοινωνικές αλλαγές, καινοτομίες ή την παρουσίαση νέων ιδεών ή προοπτικών. Η συχνότητα χρήσης της είναι σχετικά υψηλή, ιδιαίτερα σε κοινωνικοπολιτικά και οικονομικά θέματα. Χρησιμοποιείται και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο.
"Πρέπει να ανοίξουμε χάσμα στην αγορά για τα νέα μας προϊόντα."
"El trabajo en equipo puede abrir brecha en la comunicación."
"Η ομαδική εργασία μπορεί να ανοίξει χάσμα στην επικοινωνία."
"Los investigadores intentan abrir brecha en el estudio de las enfermedades raras."
Στην ισπανική γλώσσα, η φράση "abrir brecha" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
"Το να ανοίξουμε χάσμα μεταξύ διαφορετικών γενεών είναι απαραίτητο για την κατανόηση."
"Es importante abrir brecha en la tecnología para no quedarnos atrás."
"Είναι σημαντικό να ανοίξουμε χάσμα στην τεχνολογία για να μην μείνουμε πίσω."
"Abrir brecha en la educación es una obligación de todos."
"Το να ανοίξουμε χάσμα στην εκπαίδευση είναι υποχρέωση όλων."
"El arte puede abrir brecha en la forma en que percibimos la realidad."
"Η τέχνη μπορεί να ανοίξει χάσμα στον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την πραγματικότητα."
"Al abrir brecha en el diálogo, se pueden solucionar muchos conflictos."
Το ρήμα "abrir" προέρχεται από την λατινική λέξη aperīre, η οποία σημαίνει "να ανοίξω". Το ουσιαστικό "brecha" προέρχεται από το λατινικό brēcium, που αναφέρεται σε ρήγμα ή χάσμα.