aburrir - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

aburrir (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "aburrir" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "aburrir" είναι /aβuˈrir/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη "aburrir" μεταφράζεται στα ελληνικά ως: - βαριέμαι - κουράζω

Σημασία της λέξης

Η λέξη "aburrir" σημαίνει την κατάσταση του να νιώθεις βαρεμάρα ή το να προκαλείς βαρεμάρα σε κάποιον. Χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με πιο συχνή χρήση στον προφορικό λόγο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Me aburre este libro.
  2. Με βαριέμαι αυτό το βιβλίο.

  3. No quiero aburrir a mis amigos.

  4. Δεν θέλω να κουράσω τους φίλους μου.

  5. El programa de televisión me aburre mucho.

  6. Το πρόγραμμα τηλεόρασης με βαριέται πολύ.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "aburrir" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα.

  1. Aburrirse como una ostra.
  2. Να βαριέσαι σαν στρείδι. (να βαριέσαι πολύ)

  3. No hay nada más aburrido que ver el cielo gris.

  4. Δεν υπάρχει τίποτα πιο βαρετό από το να βλέπεις τον γκρίζο ουρανό.

  5. Aburrir a las moscas.

  6. Να βαριέσεις τις μύγες. (να είσαι πολύ βαρετός)

  7. El clima aburre a cualquiera.

  8. Ο καιρός βαρέσει οποιονδήποτε.

  9. Esa película aburre hasta a los críticos.

  10. Αυτή η ταινία βαριέται ακόμη και τους κριτικούς.

Ετυμολογία

Η λέξη "aburrir" προέρχεται από το λατινικό "abodorare", που σημαίνει "να βάλεις κάποιον σε κατάσταση αδιαφορίας".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα



22-07-2024