Abusar είναι ρήμα.
[abw̞iˈsaɾ]
Η λέξη "abusar" στα Ισπανικά σημαίνει να εκμεταλλεύεσαι κάτι ή κάποιον με άσχημο ή επιβλαβή τρόπο, που συχνά συνδέεται με υπερβολική ή κακή χρήση. Χρησιμοποιείται ευρέως τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με περισσότερη συχνότητα σε νομικά και κοινωνικά ζητήματα.
Είναι απαράδεκτο να καταχράσαι την εμπιστοσύνη των άλλων.
No debes abusar de tu poder en el trabajo.
Η λέξη "abusar" χρησιμοποιείται και σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, οι οποίες περιγράφουν καταστάσεις εκμετάλλευσης ή υπερβολής.
Καταχρώμαι την υπομονή: Σημαίνει να εκμεταλλεύεσαι την ανοχή κάποιου.
Abusar del alcohol: Indica el consumo excesivo de alcohol.
Καταχρώμαι του αλκοόλ: Υποδηλώνει την υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ.
No abuses de tu suerte: Significa que no te confíes demasiado en una situación favorable.
Μην καταχράσαι την τύχη σου: Σημαίνει ότι δεν πρέπει να είσαι υπερβολικά σίγουρος σε μια ευνοϊκή κατάσταση.
Abusar de la comida: Hace referencia a comer en exceso.
Η λέξη "abusar" προέρχεται από το λατινικό "abusare", που σχηματίζεται από το "ab" (από) και "usu" (χρήση), υπονοώντας μια κακή ή ακατάλληλη χρήση.
Συνώνυμα: - Explotar (εκμεταλλεύομαι) - Maltratar (κακομεταχειρίζομαι)
Αντώνυμα: - Respetar (σέβομαι) - Valorar (εκτιμώ)