acabo - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

acabo (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Φωνητική μεταγραφή

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "acabo" σημαίνει "τελειώνω" ή "ολοκληρώνω", χρησιμοποιείται συχνά για να δηλώσει ότι κάποιος ολοκλήρωσε μία δραστηριότητα ή ενέργεια. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενη στον προφορικό λόγο, ενώ χρησιμοποιείται επίσης και σε γραπτά συμφραζόμενα. Η συχνότητα χρήσης είναι μέτρια έως υψηλή, καθώς είναι ένα καθημερινό ρήμα.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Acabo de comer.
    Τελείωσα να φάω.

  2. Hoy acabo el trabajo.
    Σήμερα ολοκληρώνω τη δουλειά.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "acabo" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:

  1. Acabo de llegar.
    Μόλις έφτασα.

  2. No acabo de entender.
    Δεν καταλαβαίνω καλά.

  3. Acabo por rendirme.
    Τελικά παραδίζομαι.

  4. No acabo con mi vida.
    Δεν τελειώνω με τη ζωή μου.

  5. Acabo de darme cuenta.
    Μόλις το κατάλαβα.

Ετυμολογία

Η λέξη "acabar" προέρχεται από το λατινικό "acabare", που σημαίνει "να ολοκληρώσεις", με την ίδια ρίζα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



22-07-2024