Το "acalorado" είναι επίθετο στα Ισπανικά.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "acalorado" χρησιμοποιώντας το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι: /akaˈlaɾaðo/
Το "acalorado" αναφέρεται σε κάποιον ή κάτι που είναι γεμάτο πάθος ή συναισθηματική ένταση. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει καταστάσεις όπου υπάρχει έντονα εκφρασμένος ενθουσιασμός ή θυμός. Στη γλώσσα των Ισπανικών, η λέξη συναντάται πιο συχνά στον προφορικό λόγο, αν και μπορεί να βρεθεί και σε γραπτές μορφές.
El debate se volvió acalorado rápidamente.
(Η συζήτηση έγινε θερμή γρήγορα.)
Los aficionados estaban acalorados durante el partido.
(Οι φιλάθλοι ήταν ενθουσιώδεις κατά τη διάρκεια του αγώνα.)
No quiero tener una discusión acalorada contigo.
(Δεν θέλω να έχω μια παθιασμένη συζήτηση μαζί σου.)
Το "acalorado" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την έντονη συναισθηματική κατάσταση.
Ejemplo: Ella está acalorada por los resultados de la elección.
(Αυτή είναι ενθουσιώδης για τα αποτελέσματα των εκλογών.)
Tener una conversación acalorada.
(Να έχεις μία θερμή συζήτηση.)
Ejemplo: Tuvieron una conversación acalorada sobre política.
(Είχαν μία θερμή συζήτηση σχετικά με την πολιτική.)
Menos acalorado, más razonable.
(Λιγότερο παθιασμένος, πιο λογικός.)
Η λέξη "acalorado" προέρχεται από το ρήμα "acalorar", το οποίο σημαίνει "να ζεσταίνω" ή "να προκαλώ ένα έντονο συναίσθημα". Η ρίζα του "calor", που σημαίνει "θερμότητα", είναι επίσης παρούσα.