Το "accidentado" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή: [ak.si.ðenˈta.ðo]
Η λέξη "accidentado" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που σχετίζεται με ατυχήματα ή είναι επηρεασμένο από ατυχήματα. Στην ισπανική γλώσσα μπορεί να αναφέρεται σε καταστάσεις που είναι δύσκολες ή συγκεχυμένες, περισσότερης χρήσης στον προφορικό λόγο, αλλά γενικά είναι κατανοητή και στο γραπτό πλαίσιο. Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι μέση.
"Το ατύχημα ήταν πολύ σοβαρό και άφησε πολλά άτομα ατυχημένα στον δρόμο."
"La carretera está accidentada debido a las fuertes lluvias."
"Ο δρόμος είναι προβληματικός λόγω των έντονων βροχοπτώσεων."
"El informe reveló que el accidentado fue trasladado al hospital."
Η λέξη "accidentado" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, όμως υπάρχουν μερικές χρήσεις:
"Πέρασε μια προβληματική εβδομάδα στο γραφείο."
"Tuvo un viaje accidentado por el mal tiempo."
"Είχε ένα προβληματικό ταξίδι εξαιτίας του κακού καιρού."
"El proyecto se volvió accidentado debido a los cambios constantes."
Η λέξη "accidentado" προέρχεται από το λατινικό "accidentatum", που σημαίνει "αυτό που συμβαίνει", με επιρροές από τον όρο "accidere", σημαίνοντας "να συμβαίνει ή να πέφτει".
Συνώνυμα: - problemático - accidentado (σε άλλες παραλλαγές)
Αντώνυμα: - seguro (ασφαλές) - tranquilo (ήρεμο)