acciones - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

acciones (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου - Η λέξη "acciones" είναι ουσιαστικό και είναι η πληθυντική μορφή του "acción".

Φωνητική μεταγραφή - /akˈθjones/ (ή /akˈsjon.es/ στην ισπανική προφορά)

Επιλογές μετάφρασης για ελληνικό - δράσεις - ενέργειες - μετοχές (σε οικονομικό πλαίσιο)

Σημασία της λέξης Η λέξη "acciones" αναφέρεται σε πράξεις ή ενέργειες, συχνά χρησιμοποιούμενη στον τομέα της οικονομίας για να αναφερθεί στις μετοχές που αντιπροσωπεύουν την ιδιοκτησία σε μια εταιρεία. Στην καθημερινή γλώσσα, μπορεί να αναφέρεται και σε διαφορετικές δράσεις ή κινήσεις.

Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι υψηλή, κυρίως σε οικονομικούς όρους και κυβερνητικές ανακοινώσεις. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά είναι πιο συχνή σε οικονομικά κείμενα.

Παραδειγματικές προτάσεις 1. "Las acciones de la empresa han aumentado su valor."
("Οι μετοχές της εταιρείας έχουν αυξήσει την αξία τους.")

  1. "Es importante analizar las acciones del gobierno."
    ("Είναι σημαντικό να αναλύσουμε τις δράσεις της κυβέρνησης.")

  2. "Las acciones de la bolsa son volátiles."
    ("Οι μετοχές της χρηματιστηριακής αγοράς είναι ευμετάβλητες.")

Ιδιωματικές εκφράσεις Η λέξη "acciones" περιλαμβάνεται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. "Tomar acciones"
    ("Να αναλάβεις δράσεις") – مت σημαίνει να κάνεις κάτι σημαντικό για να επιλύσεις ένα πρόβλημα.
  2. Εξ example: "Debemos tomar acciones para reducir la contaminación."
    ("Πρέπει να αναλάβουμε δράσεις για να μειώσουμε τη ρύπανση.")

  3. "Acciones contundentes"
    ("Σαφείς δράσεις") – αναφέρεται σε αποφασιστικές ενέργειες.

  4. Εξ example: "El gobierno necesita implementar acciones contundentes contra el crimen."
    ("Η κυβέρνηση χρειάζεται να εφαρμόσει σαφείς δράσεις κατά του εγκλήματος.")

  5. "Acciones de protesta"
    ("Δράσεις διαμαρτυρίας") – αναφέρεται σε ενέργειες που εκφράζουν ανησυχία ή αντίθεση.

  6. Εξ example: "Los ciudadanos organizaron acciones de protesta por la falta de servicios."
    ("Οι πολίτες οργάνωσαν δράσεις διαμαρτυρίας λόγω της έλλειψης υπηρεσιών.")

Ετυμολογία της λέξης Η λέξη "acción" προέρχεται από το λατινικό "actio", που σημαίνει πράξη ή ενέργεια. Η πληθυντική μορφή "acciones" χρησιμοποιείται για να περιγράψει πολλές πράξεις ή ενέργειες.

Συνώνυμα και Αντώνυμα - Συνώνυμα: "actos", "gestos", "movimientos" (σε πλαίσιο ενέργειας), "acciones" (σε πλαίσιο μετοχών). - Αντώνυμα: "inacción", "pasividad".



22-07-2024