acierto - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

acierto (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "acierto" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

/aˈθjeɾto/ (Ισπανικά) ή /aˈsirto/ (στην Λατινική Αμερική).

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "acierto" αναφέρεται σε μια επιτυχία ή μια σωστή ενέργεια, συνήθως σε σχέση με προσωπικές αποφάσεις ή ενέργειες. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάτι έγινε με επιτυχία ή ότι έγινε σωστά. Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή και συναντάται τόσο σε προφορικό όσο και σε γραπτό λόγο, αν και μπορεί να συναντάται πιο συχνά σε γραπτό πλαίσιο.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El acierto en la elección del candidato fue evidente.
  2. Η επιτυχία στην επιλογή του υποψηφίου ήταν προφανής.

  3. Tomó el acierto de no invertir en esa empresa.

  4. Έκανε τη σωστή απόφαση να μην επενδύσει σε αυτή την εταιρεία.

  5. Cada acierto en el examen se celebra con alegría.

  6. Κάθε επιτυχία στην εξέταση γιορτάζεται με χαρά.

Ιδιωματικές εκφράσεις με τη λέξη "acierto"

  1. Tener un acierto de cara al futuro.
  2. Να έχεις μια καλή απόφαση για το μέλλον.

  3. El acierto de actuar rápidamente fue fundamental.

  4. Η σωστή απόφαση να ενεργήσεις γρήγορα ήταν θεμελιώδης.

  5. Es un acierto mencionar su nombre en la reunión.

  6. Είναι σωστό να αναφέρεις το όνομά του στη συνάντηση.

  7. Siempre se busca el acierto en las decisiones empresariales.

  8. Πάντοτε αναζητείται η επιτυχία στις επιχειρηματικές αποφάσεις.

  9. Los aciertos se celebran y los errores se aprenden.

  10. Οι επιτυχίες γιορτάζονται και από τα λάθη μαθαίνουμε.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "acierto" προέρχεται από το ρήμα "acertar", που σημαίνει "να πετύχεις" ή "να κάνεις τη σωστή επιλογή". Η "acierto" έχει τις ρίζες της στο λατινικό "accertare", που σημαίνει "να γίνεις βέβαιος".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - éxito (επιτυχία) - acierto (σωστή απόφαση)

Αντώνυμα: - error (λάθος) - desacierto (λανθασμένη απόφαση)



22-07-2024