Το "acimut" είναι ουσιαστικό (sustantivo).
Η διεθνής φωνητική μεταγραφή του "acimut" είναι [aθi'mut].
Η λέξη "acimut" αναφέρεται στη γωνία που προσδιορίζει τη θέση ενός σημείου σε ένα επίπεδο, με βάση μια οριζόντια γραμμή αναφοράς. Χρησιμοποιείται κυρίως σε γεωγραφικούς και πλοηγικούς τομείς. Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή σε επιστημονικά και τεχνικά κείμενα, ενώ χρησιμοποιείται λιγότερο στον προφορικό λόγο.
Το αζίμουθ του πιο λαμπρού αστεριού μπορεί να προσδιοριστεί εύκολα.
Para la navegación, es esencial conocer el acimut.
Για την πλοήγηση, είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε το αζίμουθ.
El acimut se mide en grados desde el norte.
Η λέξη "acimut" μπορεί να εμφανίζεται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, κυρίως σχετικές με την πλοήγηση και τη γεωγραφία.
Να έχεις το αζίμουθ καθαρό (να ξέρεις με ακρίβεια την κατεύθυνση).
"Ajustar el acimut"
Να ρυθμίσεις το αζίμουθ (να κάνεις τις απαραίτητες ρυθμίσεις για σωστή πλοήγηση).
"Medir el acimut"
Να μετρήσεις το αζίμουθ (να προσδιορίσεις τη γωνία αναφοράς).
"Cambiar el acimut"
Να αλλάξεις το αζίμουθ (να μεταβάλεις την κατεύθυνση πλοήγησης).
"Seguir el acimut"
Η λέξη "acimut" προέρχεται από την αραβική λέξη "السُّتُرَات" (al-sutrah), που σημαίνει "η γραμμή" ή "η κατεύθυνση", και έχει μεταφερθεί στην ισπανική και άλλες γλώσσες που ασχολούνται με την γεωγραφία και την αστρονομία.
Συνώνυμα - Dirección - Orientación
Αντώνυμα - Desviación - Desorientación