Το "aclamar" είναι ρήμα.
Φωνητική μεταγραφή χρησιμοποιώντας το Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (IPA): [aklaˈmaɾ]
Η λέξη "aclamar" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να δηλώσει την πράξη του να εκφράσει δημόσια ή με ενθουσιασμό την υποστήριξη ή την εκτίμηση προς κάποιον ή κάτι, συχνά με χειροκροτήματα ή φωνές ενθουσιασμού. Είναι ένα αρκετά κοινό ρήμα και είναι υπαρκτό τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και συχνά θα συναντήσετε περισσότερες περιπτώσεις στο προφορικό λόγο.
(Ο κόσμος χειροκρότησε την ομάδα μετά τη νίκη στον αγώνα.)
Los aficionados aclamaron al cantante al final del concierto.
(Οι οπαδοί επαίνεσαν τον τραγουδιστή στο τέλος της συναυλίας.)
Es importante aclamar a quienes luchan por los derechos humanos.
Η λέξη "aclamar" χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στη γλώσσα Ισπανικά:
El nuevo proyecto fue aclamado a los cuatro vientos por su originalidad.
Aclamado por la crítica.
El libro ha sido aclamado por la crítica, y ya es un bestseller.
Aclamarse en la cima.
Η λέξη "aclamar" προέρχεται από το λατινικό "acclamare", το οποίο είναι σύνθετο από το "ad-" (προς) και "clamare" (φωνάζω).
Συνώνυμα: - Celebrar (γιορτάζω) - Exaltar (εξυψώνω)
Αντώνυμα: - Desaprobar (αποδοκιμάζω) - Silenciar (σιωπώ)