Η λέξη acometimiento είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης acometimiento είναι /akome.tiˈmjen.to/ σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA).
Η λέξη acometimiento αναφέρεται σε μια επίθεση ή προσβολή που πραγματοποιείται, συνήθως απαιτώντας μια έμμεση ή άμεση ενέργεια για να αντιμετωπιστεί. Χρησιμοποιείται σε διάφορα περιβάλλοντα, συμπεριλαμβανομένων των νομικών και ιατρικών. Στη γλώσσα των Ισπανών, έχει μια μέση συχνότητα χρήσης, περισσότερη στο γραπτό πλαίσιο όσον αφορά νομικά ή τεχνικά κείμενα.
Η επίθεση του κλέφτη ήταν απροσδόκητη.
El acometimiento de la enfermedad fue súbito.
Η λέξη acometimiento δεν είναι συχνά μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά είναι σημαντική στα σχετικά συμφραζόμενα.
Η επίθεση των προβλημάτων απαιτεί άμεση προσοχή.
Un acometimiento inesperado puede alterar los planes.
Μια απροσδόκητη επίθεση μπορεί να αλλάξει τα σχέδια.
En caso de acometimiento, es esencial tener un plan de acción.
Η λέξη acometimiento προέρχεται από το ρήμα acometer, το οποίο σημαίνει "να επιτεθείς" ή "να αναλάβεις", από το αρχαίο Ισπανικό και λατινικό acometere, σύνθεση "ad-" (προς) και "mittere" (να στείλεις).
Συνώνυμα: - ataque - ofensiva - asalto
Αντώνυμα: - defensa - protección - prevención