Ο όρος "acopio" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή (IPA): [aˈko.pi.o]
Η λέξη "acopio" αναφέρεται στη διαδικασία της συγκέντρωσης ή της συλλογής αγαθών ή πόρων, συνήθως για λόγους αποθήκευσης ή προετοιμασίας για μελλοντική χρήση. Στη γλώσσα των οικονομικών, μπορεί να αναφέρεται στη συσσώρευση αποθεμάτων ή πρώτων υλών.
Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι στατιστικά σημαντική, κυρίως στο γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να χρησιμοποιείται και σε προφορικές συνομιλίες σχετικές με οικονομικά ή βιομηχανικά θέματα.
La empresa realizó un acopio de materiales para el proyecto.
(Η εταιρία έκανε μια συγκέντρωση υλικών για το έργο.)
Es importante el acopio de alimentos antes de la temporada de lluvias.
(Είναι σημαντική η συσσώρευση τροφίμων πριν από την εποχή των βροχών.)
Ο όρος "acopio" χρησιμοποιείται και σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις που αναφέρονται σε συγκέντρωση ή αποθήκευση. Εδώ είναι μερικές παραδείγματα:
Hacer un acopio de fuerzas.
(Να πραγματοποιήσεις μια συγκέντρωση δυνάμεων.)
Acopio de recursos para el futuro.
(Συγκέντρωση πόρων για το μέλλον.)
Necesitamos un acopio de ideas para el proyecto.
(Χρειαζόμαστε μια συγκέντρωση ιδεών για το έργο.)
Η λέξη "acopio" προέρχεται από το ρήμα "acopiar", που σημαίνει "να συγκεντρώνω" ή "να συσσωρεύω", με τη ρίζα "copia" που αναφέρεται στη δράση της αντιγραφής ή της αποθήκευσης.
Συνώνυμα: - Recolección (συγκομιδή) - Acumulación (συσσώρευση)
Αντώνυμα: - Desperdicio (σπατάλη) - Dispersión (διάσπαση)
Αυτές οι πληροφορίες αναδεικνύουν τη σημασία του "acopio" στη γλώσσα των Ισπανικών, καθώς και τη χρήση του σε ποικιλία πλαισίων.