acoplarse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

acoplarse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Acoplarse είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου: /aˈkop.laɾ.se/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη acoplarse αναφέρεται στη διαδικασία προσαρμογής ή σύνδεσης με κάτι ή κάποιον. Χρησιμοποιείται τόσο σε τεχνικά όσο και σε καθημερινά συμφραζόμενα. Η συχνότητά της είναι σχετικά υψηλή, ειδικά σε προφορικούς και οικείους διαλόγους, αλλά και σε γραπτές αναφορές όταν αναφέρονται διαδικασίες ή συσκευές.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Los dos dispositivos pueden acoplarse fácilmente.
    Οι δύο συσκευές μπορούν να προσαρτηθούν εύκολα.

  2. Es importante que ambos se acoplen bien para evitar fallos.
    Είναι σημαντικό να συνδεθούν καλά και οι δύο για να αποφευχθούν προβλήματα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη acoplarse μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά:

  1. Acoplarse a la situación
    Προσαρμόζομαι στην κατάσταση.
  2. Αυτή η φράση χρησιμοποιείται συχνά για να υποδηλώσει την ικανότητα κάποιου να προσαρμοστεί σε διαφορετικές συνθήκες.

  3. Acoplarse entre amigos
    Συνδέομαι με φίλους.

  4. Χρησιμοποιείται όταν αναφερόμαστε στην ομαλή συνεργασία ή επικοινωνία μεταξύ φίλων.

  5. Acoplarse a las reglas
    Προσαρμόζομαι στους κανόνες.

  6. Χρησιμοποιείται για να δηλώσει τη συμμόρφωση με τους κανόνες ή τις οδηγίες.

Ετυμολογία

Η λέξη acoplarse προέρχεται από το λατινικό "copulare", το οποίο σημαίνει "συνδέω" ή "προσαρτώ". Η λέξη έχει πάρει τη μορφή της στο ισπανικό ρήμα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - unir - combinar - conectar

Αντώνυμα: - separar - desvincular - desunir



23-07-2024