Το "acordar" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "acordar" στα διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /akoˈðaɾ/.
Η λέξη "acordar" στη γλώσσα Ισπανικά χρησιμοποιείται για να εκφράσει την πράξη της μνήμης ή της συμφωνίας. Σημαίνει είτε να θυμάσαι κάτι είτε να συμφωνήσεις σε κάτι. Χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά η συχνότητα χρήσης του είναι πιο έντονη στον προφορικό λόγο στην καθημερινή ζωή.
Necesito acordar la fecha de nuestra reunión.
(Χρειάζομαι να συμφωνήσω την ημερομηνία της συνάντησής μας.)
No puedo acordar dónde dejé mis llaves.
(Δεν μπορώ να θυμηθώ πού άφησα τα κλειδιά μου.)
Acordamos ir juntos al cine esta noche.
(Συμφωνήσαμε να πάμε μαζί στον κινηματογράφο απόψε.)
Το "acordar" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Acordar de memoria.
(Να θυμάμαι από μνήμης.)
Είμαι επαγγελματίας και τα μαθαίνω όλα acordar de memoria.
(Είμαι επαγγελματίας και τα μαθαίνω όλα από μνήμης.)
Acordar captar la atención.
(Να θυμώσω να προκαλώ την προσοχή.)
Usó colores vivos para acordar captar la atención del público.
(Χρησιμοποίησε ζωντανά χρώματα για να προκαλέσει την προσοχή του κοινού.)
Acordar las cuentas.
(Να συμφωνήσω σε λογαριασμούς.)
Es importante acordar las cuentas antes de tomar una decisión.
(Είναι σημαντικό να συμφωνήσουμε στους λογαριασμούς πριν πάρουμε μια απόφαση.)
Η λέξη "acordar" προέρχεται από το Λατινικό "accordare", που σημαίνει "συμφωνώ". Σημαίνει κυρίως την αίσθηση της συμφωνίας ή του να θυμόμαστε κάτι.