acosar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

acosar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "acosar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/a.koˈsaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη "acosar" χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη του να καταδιώκεις ή να παρενοχλείς κάποιον με επιθετικό ή ενοχλητικό τρόπο. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορους τομείς, όπως π.χ. στον νομικό τομέα (παρενόχληση), σε στρατιωτικά συμφραζόμενα (καταδίωξη εχθρού) ή γενικά στην καθημερινή γλώσσα. Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι αρκετά υψηλή, κυρίως σε γραπτό πλαίσιο.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El acosador fue arrestado por la policía.
  2. Ο καταδιώκτης συνελήφθη από την αστυνομία.

  3. Es importante denunciar cualquier caso de acoso.

  4. Είναι σημαντικό να αναφέρετε κάθε περίπτωση παρενόχλησης.

  5. Las víctimas de acoso escolar suelen sufrir en silencio.

  6. Τα θύματα σχολικής παρενόχλησης συνήθως υποφέρουν σιωπηλά.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "acosar" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την παρενόχληση ή την καταδίωξη:

  1. Acusar de acoso.
  2. Να κατηγορείς για παρενόχληση.
  3. Εδώ αναφέρεται στην αναφορά ή την κατηγορία εναντίον κάποιου που παρενοχλεί.

  4. Estar acosado por las deudas.

  5. Να είσαι καταδιωγμένος από τα χρέη.
  6. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που πιέζεται ή βρίσκεται υπό πίεση λόγω οικονομικών υποχρεώσεων.

  7. Sufrir acoso moral.

  8. Να υποφέρεις ηθική παρενόχληση.
  9. Χρήση σε περιβάλλον που περιγράφει ψυχολογική ή συναισθηματική πίεση από άλλους.

Ετυμολογία

Η λέξη "acosar" προέρχεται από το λατινικό "accusare", που σημαίνει "να κατηγορήσεις". Η χρήση της έχει εξελιχθεί για να περιλαμβάνει την έννοια της καταδίωξης και της παρενόχλησης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - hostigar (παρενοχλώ) - perseguir (καταδιώκω)

Αντώνυμα: - proteger (προστατεύω) - apoyar (στηρίζω)



22-07-2024